Εκτύπωση του άρθρου

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΔΑΒΗΣ

Τα νεοτερικά στοιχεία στην ποίηση του  Αλεξάνδρου Ίσαρη
 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1. ΠΕΡΙΛΗΨΗ

2. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

3. ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΙΣΑΡΙΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ

4. ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

  4.1  Αλέξανδρος Ίσαρης, Μια φούχτα 
  4.2  Αλέξανδρος Ίσαρης, Το ποίημα της Πλυτώς
  4.3  Αλέξανδρος Ίσαρης, Το τόξο του χαμόγελου

5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

6. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

1. Περίληψη

Η «γενιά τού '70» ανδρώνεται ποιητικά μέσα σ’ ένα περιβάλλον όπου οι παγκόσμιες ανακατατάξεις επηρεάζουν την ποίηση, με κύρια χαρακτηριστικά της να είναι πλέον η αμφισβήτηση και η αντίδραση - άρνηση στον καταναλωτισμό και στην τεχνοκρατία.

Τα ιδιαίτερα γνωρίσματα και χαρακτηριστικά που ξεχωρίζουν τη νεοτερική ποίηση και συγκεκριμένα την ποίηση του Ίσαρη από την παραδοσιακή, είναι η απουσία μέτρου, ρυθμού, ομοιοκαταληξίας, σταθερού αριθμού συλλαβών και η άναρχη ανάπτυξη της ποιητικής δεξιοτεχνίας. Κυριαρχεί ο ελεύθερος στίχος και η οργάνωση ποιήματος σε στροφές ασταθής μορφής. Συνήθως αναπτύσσεται και κατανέμεται σε άνισα στροφικά σύνολα ή ενότητες που μοιράζουν το ποίημα σε ανισομερείς ποιητικές περιοχές. Πολλές φορές αναπτύσσεται σε ένα ενιαίο, συνεχές, αδιάσπαστο και συμπαγές, αδιαίρετο σύνολο στίχων. Οι στίχοι δεν έχουν ορισμένο αριθμό συλλαβών, στο ίδιο ποίημα μπορεί κάλλιστα οι στίχοι να έχουν άνισο και άναρχο ποιητικό ανάπτυγμα, μπορεί λ.χ. ένας στίχος να είναι τετρασύλλαβος ή και υπερβολικά πολυσύλλαβος. Επίσης, ορισμένες φορές δεν αναπτύσσεται σε μια ορισμένη στιχοποιημένη μορφή, δεν κατανέμεται σε στίχους, αλλά γράφεται με έναν τρόπο που σχεδόν θυμίζει πεζό λόγο. Παρόλα αυτά το ζήτημα των ιδιαίτερων τρόπων έκφρασης, που διαφοροποιούν ουσιαστικά τη νεοτερική από την προπολεμική ποίηση παραμένει ανοιχτό[1].

Η νεοτερική ποίηση του Αλεξάνδρου Ίσαρη δεν φανερώνει και δεν αποκαλύπτει εύκολα τη θεματική της ενότητα και ουσία. Συνήθως, κρύβει το θέμα της ή στην καλύτερη περίπτωση το μισοφωτίζει, για αυτό και μπορούμε να την χαρακτηρίσουμε κλειστή, απόμακρη, δυσνόητη και ερμητική. Αυτά τα χαρακτηριστικά είναι όμως που την κάνουν ιδιαίτερα γοητευτική και σαγηνευτική.

Εισαγωγή

Με βάση την κατάταξη που πρότειναν και ακολούθησαν ο Αλέξανδρος Αργυρίου και άλλοι κριτικοί και ανθολόγοι, στη συγκεκριμένη ποιητική γενιά που αναφερόμαστε, περιλαμβάνονται ποιητές που γεννήθηκαν στα χρόνια 1941 έως 1955. Η τρίτη νεοτερική γενιά ποιητών ονομάζεται «γενιά τού '70», αλλά και  «γενιά  τής αμφισβήτησης»[2]. Οι παράγοντες και τα στοιχεία που πρωτίστως  συνέβαλαν στην διαμόρφωση του χαρακτήρα και των χαρακτηριστικών του προσώπου της ποιητικής γενιάς του ’70 είναι:

α) Η τραυματική επίδραση που άσκησε το μετεμφυλιακό-ψυχροπολεμικό κλίμα της δεκαετίας του ’50 στον εύπλαστο-εύθραυστο ψυχισμό των ποιητών που βρίσκονται στην κρισιμότατη καμπή της παιδικής έως προεφηβικής περιόδου της ζωής τους.
β) Ο συγκεχυμένος, απροσδιόριστος φόβος - προϊόν του εντονότατου μετεμφυλιακού ψυχροπολεμικού κλίματος της εποχής.
γ) Η παθητικότητα μπροστά σ’ ένα πυρετωδώς ανοικοδομούμενο -οικονομικό περιβάλλον.
δ) Ο κοινωνικός προβληματισμός αυτών των ποιητών, που αρχίζει να διαφαίνεται κατά τις αρχές της δεκαετίας του ’60, συχνά μάλιστα εκδηλωνόμενος και με την ένταξη αρκετών απ’ αυτούς σε προοδευτικές νεολαίες. Προβληματισμός που προκαλεί και τα πρώτα συνειδησιακά-υπαρξιακά ρήγματα στον ψυχισμό των νέων ποιητών.
ε)  Η οδυνηρή εμπειρία της δικτατορίας του ’67. Εμπειρία, η οποία έχει ως συνέπεια την διαφοροποίηση από κάθε μορφή και έκφανση του κατεστημένου, καθώς και την σταδιακή αποφόρτιση-απογύμνωση της γενικώς αντιστασιακής στάσης και συμπεριφοράς των ενηλίκων, ήδη, ποιητών της γενιάς του ’70, από τα παντός είδους στεγανά των ιδεολογικών σχημάτων, προσχημάτων και των ιδεολογημάτων.

Ανάδοχος των όρων νεοτερική ποίηση και νεοτερικότητα στα ελληνικά πράγματα είναι ο Αλεξ. Αργυρίου[3]. Το 1976 στον τόμο Νεωτερικοί ποιητές του Μεσοπολέμου των εκδόσεων Σοκόλη που επιμελήθηκε ο ίδιος πρότεινε ως απόδοση του όρου μοντέρνα ποίηση τον όρο νεοτερική, «λέξη η οποία στον Θουκυδίδη σήμαινε όχι μόνο το νεότροπο, το μοντέρνο, αλλά το επαναστατικό και συνεπώς καλύπτει το πνεύμα των καλλιτεχνικών κινημάτων του αιώνα μας, που όλα τους είχαν και ανατρεπτικό χαρακτήρα»[4].

Οι απαρχές της νεοτερικής ποίησης τοποθετούνται χρονικά γύρω στα 1930. Πολλοί μάλιστα θεωρούν ως συμβατική αφετηρία της νεοτερικής ποίησης το 1931. Είναι η χρονιά που ο Γ. Σεφέρης δημοσιεύει την πρώτη του ποιητική συλλογή με τον τίτλο Στροφή. Η συλλογή αυτή θεωρείται ότι εγκαινιάζει μια στροφή, μιαν αλλαγή στα ποιητικά μας πράγματα και σημαδεύει το πέρασμα από την παραδοσιακή στη νεοτερικη ποίηση. Στην πραγματικότητα, όμως, το πέρασμα από τη μια ποίηση στην άλλη προετοιμάστηκε σταδιακά. Οι ποιητές που προκάλεσαν τα πρώτα ρήγματα και υπονόμευσαν την κυριαρχία της παραδοσιακής ποίησης, είναι ο Κ. Π. Καβάφης και ο Γ. Καρυωτάκης. Πάντως, γύρω στα 1930, τα πρώτα σημάδια της αλλαγής έχουν φανεί και μέχρι το τέλος αυτής της δεκαετίας η νεοτερικη ποίηση έχει παγιωθεί οριστικά[5].

Ένα ιδιαίτερο θεωρητικό και μεθοδολογικό πρόβλημα που απαιτεί χωριστή εξέταση είναι η ανάλυση των ορθόδοξων υπερρεαλιστικών κειμένων. Ενώ το λεξιλόγιο ενός κειμένου είναι απολύτως γνωστό, το μήνυμα παραμένει ανεξιχνίαστο. Κάθε λέξη παίρνει σημασία και μορφή μέσα από την θέση που έχει μέσα σε ένα πλέγμα σχέσεων. Το υπερρεαλιστικό ποίημα, πραγματοποιεί μια ρήξη σε σχέση με τους καθιερωμένους ποιητικούς κώδικες[6].

Το έργο τέχνης είναι χωρίς αμφιβολία η εκδήλωση της καλλιτεχνικής ιδιοφυίας του δημιουργού, που χωρίς αυτήν δεν μπορεί να νοηθεί τέχνη[7].

Η τέχνη δεν είναι κάτι δεδομένο στην πραγματικότητα, δεν προσφέρεται σαν πηγή έμπνευσης, ενέργειας και ζωής εκ των έξω. Η μόνη λοιπόν προϋπόθεση του έργου τέχνης είναι η προσωπικότητα του καλλιτέχνη και  η αξία του είναι ανάλογη με τη δημιουργική του δύναμη. Τρία είναι τα γνωρίσματα του καλλιτέχνη: η αίσθηση του ωραίου, η δύναμη της φαντασίας και η τεχνική ικανότητα. Ο καλλιτέχνης πρέπει να έχει και τις τρεις αυτές ιδιότητες μαζί, γιατί διαφορετικά δεν μπορεί να δημιουργήσει έργο ες αεί[8]. Καταλήγουμε λοιπόν, πως ο ποιητής είναι ένα ελεύθερο άτομο, που δημιουργεί δικούς του κόσμους και δικά του σενάρια, δίνοντας τα μορφή και ύπαρξη και που ξέχωρα από το βίο του, δεν μπορούν να μελετηθούν και να αναλυθούν.

3. ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΙΣΑΡΙΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ

Ο Αλέξανδρος Ίσαρης έκανε την εμφάνιση του στην λογοτεχνία το 1968 με ποιήματα στο περιοδικό Διαγώνιος[9]. Την δεκαετία του 1970 και συγκεκριμένα το 1976 δημοσίευσε την πρώτη ποιητική συλλογή, «Όμιλος Φίλων Θαλάσσης - Ο Ισορροπιστής», ακολούθησαν «Οι παρενέργειες της σιωπής» το 1984, «Οι Τριστάνοι» (ποιήματα 1966-1992) το 1992 και «Θα επιστρέψω φωτεινός» (ποιήματα 1993-1999) το 2000, κατορθώνοντας έτσι να διαμορφώσει την ποιητική του φυσιογνωμία μέχρι τώρα. Η κριτική τείνει να διαμορφώσει κοινά χαρακτηριστικά απέναντι στο έργο του Ίσαρη με σημαντικότερα την υπαρξιακή αγωνία, την αμφισβήτηση, την αντίδραση, την ειρωνεία και την κριτική που ασκεί  απέναντι σε καταστάσεις που βιώνει. Έχει βιώσει την οδυνηρή εμπειρία της επταετούς δικτατορίας αντιμετωπίζοντας την σύγχρονη μοναξιά- αποξένωση μέσα από την ποίηση. Μεγαλωμένος σε μια περίοδο όπου η Ελλάδα ξαναστέκεται στα πόδια της, αρχίζει να παρουσιάζει σημαντική οικονομική άνοδο και γίνεται ολοένα και πιο δημοκρατική και καταναλωτική. Φαίνεται να διατηρεί την ίδια νοοτροπία με τους προγενέστερους και το ίδιο πνεύμα της επαναστατικότητας, της αμφισβήτησης και της έλλειψης εμπιστοσύνης. Αντιμετωπίζει τη σύγχρονη μοναξιά μέσα στην ερωτική - αστική καθημερινότητα και αναζητά διέξοδο μέσα από την στοχαστική – πρωτοποριακή του ποίηση.

Εκτός όμως από αυτά τα  εξωτερικά χαρακτηριστικά που περιγράφουν την εικόνα, την μορφή και τη φόρμα, η νεοτερική ποίηση του Αλεξάνδρου Ίσαρη παρουσιάζει και άλλα πολύ πιο ουσιώδη εσωτερικά γνωρίσματα- χαρίσματα. Μεταβάλλει ριζικά την ποιητική γλώσσα, δεν αποζητά την σπάνια, την εντυπωσιακή την λάμπουσα ποιητική λέξη, που θα χαρίσει πρόσκαιρα οφέλη, παρά χρησιμοποιεί καθημερινό λεξιλόγιο. Χρησιμοποιεί τόνους, χαρακτήρα και ύφος της καθημερινής γλώσσας, που ενώ βρίσκεται πολύ κοντά στο εκφραστικό ήθος του καθημερινού λόγου, εντούτοις δεν χάνει την ποιητικότητα και την λυρικότητα.

Εκφραστική τόλμη, λέξεις και έννοιες που στην τρέχουσα λογική της γλώσσας φαίνονται αταίριαστες και ασύμβατες, στην ποίηση του Ίσαρη συσχετίζονται και συνδέονται με μαγικό τρόπο. Το αποτέλεσμα τέτοιας σύνδεσης είναι ομολογουμένως εκπληκτικό, οι λέξεις μοιάζουν να ξαναγεννιούνται και να αποκτούν μια καινούργια νοηματική υπόσταση και ύπαρξη.

Ο ελεύθερος στίχος στον Ίσαρη και όχι μόνο, αποτελεί αντικείμενο έρευνας. Οι μελετητές δεν έχουν καταλήξει σε οριστικά συμπεράσματα. Πολλοί απ’ αυτούς αποδίδουν την μετάβαση αυτή σε εξωλογοτεχνικούς κυρίως παράγοντες. Αν ο ελεύθερος στίχος είναι κοινό χαρακτηριστικό και της μοντέρνας και της υπερρεαλιστικής ποίησης, το όνειρο και ο ελεύθερος συνειρμός προσιδιάζουν περισσότερο στον υπερρεαλισμό και την αυτόματη γραφή[10]. Ο  Α´ και Β´ παγκόσμιος πόλεμος, η ανακάλυψη του υποσυνείδητου από τον Φρόιντ, μετέβαλαν την ιδέα που είχε ο άνθρωπος τόσο για τον κόσμο, όσο και για τον εαυτό του, με αποτέλεσμα το γεγονός αυτό να έχει σοβαρό αντίκτυπο στην τέχνη, η οποία αναζήτησε νέους τρόπους έκφρασης. Έτσι, στην ποίηση μια από αυτές τις νέες μορφές είναι και ο ελεύθερος στίχος. Με λίγα λόγια η χρήση του ελεύθερου στίχου στην ποίηση ταυτίζεται με την καθιέρωση της λεγόμενης νεοτερικής ποίησης. Μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η ποίηση του Ίσαρη απομακρύνεται μια και δια παντώς από την επικρατούσα αντίληψη του ποιήματος- τραγουδιού.

Υπερρεαλιστής ο Αλέξανδρος Ίσαρης, είναι γνώριμος για την άρνηση κάθε περιορισμού, την απόλυτη ελευθερία στο λεξιλόγιο και τη στιχουργική, την απουσία θεματικού πυρήνα και μηνύματος, τους απρόσμενους συνδυασμούς λέξεων και τις εντυπωσιακές εικόνες, καθώς και μοτίβα όπως: το όνειρο, οι φανταστικές εικόνες, ο έρωτας, η αγάπη, το παράλογο, η φύση, η μοναξιά. Εννοείται, ότι τα γνωρίσματα αυτά σε κανένα κείμενο του Ίσαρη δεν τα βρίσκεις όλα μαζί. Ούτε υποστηρίζει κανείς ότι η ταυτόχρονη συνύπαρξη όλων αυτών, είναι απαραίτητη συνθήκη για να έχουμε υπερρεαλιστικό ποίημα[11].

 

4. ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
Αλέξανδρος Ίσαρης, Μια φούχτα

Έτριβες το δέρμα μου προσεχτικά
Όλη τη νύχτα με το δέρμα σου
Ώσπου το δωμάτιο φωτίστηκε
Πήρε φωτιά η πολυκατοικία
Ούρλιαξε απ' το ξαφνικό κακό∙
Και το πρωί σε πήγαν στους
Χωροφύλακες, με μια φούχτα στάχτη
Στη φούχτα σου.

Από τη συλλογή «Όμιλος φίλων θαλάσσης - Ο Ισορροπιστής» (1976)

Το ποίημα αυτό είναι από τα πιο αντιπροσωπευτικά της συλλογής και γράφτηκε την δεκαετία του ´70. Ξεκινάμε με την διαπίστωση ότι το κείμενο δεν παρουσιάζει καμιά απολύτως συντακτική ανωμαλία, με αποτέλεσμα να υπηρετεί τη νοηματική σαφήνεια του λόγου. Ένα χαρακτηριστικό που ισχύει γενικά για τα κείμενα των υπερρεαλιστών, ακόμη και για τα κείμενα της αυτόματης γραφής, όπου σπάνια παρατηρείται βιασμός των συντακτικών κανόνων, αυτό βέβαια δεν συνεπάγεται αυτόματα και την αναγνωσιμότητα και προσπελασιμότητα των κειμένων[12]. Παρατηρούμε όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που έχουμε προαναφέρει, την απουσία δηλ. ομοιοκαταληξίας, μέτρου και συγκεκριμένης θεματικής.

Γραμμένο σε καθαρά απλή λαϊκή γλώσσα. Οργανώνεται σε μια σύνθετη  ενότητα, σύμφωνα με το πνεύμα του μακρόσυρτου προφορικού λόγου. Ο χρονικός σύνδεσμος ώσπου στον στ. 3, έρχεται να δέσειστενότερα και να διευκρινίσει καλύτερα τα περιεχόμενα των στίχων 1 και 2 σε σχέση με τα χρονικά και χωρικά στεγανά. Η ρηματική έννοια ούρλιαξε στο στ. 5 δηλώνει μια συνειδητή εκδήλωση, που τοποθετείται στο παρελθόν, έχει χαρακτήρα στιγμιαίο και προϋποθέτει μια δυσάρεστη κατάσταση. Το δέρμα στο στ. 1 και 2, βρίσκεται σε πολλές ποιητικές συλλογές (βλ. παρακάτω), υποδηλώνει τον αισθησιασμό, τον ερωτισμό, τον ζωντανό οργανισμό. Ενώ, οι χωροφύλακες στον στ. 7 είναι οι θεματοφύλακες του νόμου, απόρροια του φόβου που κυριαρχούσε την επταετία της Δικτατορίας, την οποία και ασφαλώς βίωσε ο ποιητής ή η φυλακή του χώρου μέσα στο ασφυκτικά απόμακρο και απάνθρωπο αστικό ιστό όπου ζει ο σύγχρονος άνθρωπος;

Κατεξοχήν ερωτικό - αινιγματικό ποίημα. Φούχτα είναι η παλάμη. Στάχτη είναι η κοινή ονομασία για όλα εκείνα τα στερεά που απομένουν μετά από μία καύση και συμβολίζει την καταστροφή, το ολοκληρωτικό σβήσιμο, ενώ τα σύμφωνα -χτ-  που βρίσκονται και στις δυο λέξεις, παραπέμπουν σε συμφωνικό- ηχητικό συνειρμό. Σύνδεση οργανικής και  ανόργανης ύλης. Η αρχή της αντίθεσης εμφανέστατη σ’ αυτό το σημείο, όπως και σε πολλά ποιήματα του Ίσαρη. Με μια μικρή ποσότητα στάχτης την οδήγησαν στους χωροφύλακες. Άγνωστο ποια οδήγησαν, γιατί, πότε και τι απέγινε. Πρωταγωνίστρια είναι μια γυναίκα αγνώστων στοιχείων και αμφίβολης ηθικής, συμπρωταγωνιστής ο ποιητής. Μεταξύ αυτών των δυο εκτυλίσσεται η αινιγματική ιστορία με αρνητική κατάληξη.

Επίμονα αντισυμβατική αναζήτηση της ερωτικής εμπειρίας μέσα σε αστικό τοπίο, χωρίς συχνό λυτρωτικό αποτέλεσμα, βαθμιαία αποτελμάτωση της συντροφικότητας, στυφές γεύσεις έπειτα από μικρές διάρκειες ευφροσύνης, μοναξιά μέσα από ασφυκτικούς χώρους αστικής καθημερινότητας[13]. Κινείται από το ήπια μελαγχολικό, έως το στοχαστικά δραματικό.

Αλέξανδρος Ίσαρης, Το ποίημα της Πλυτώς

Σιωπή είναι ένας πόνος που αρχίζει
Από το στήθος σαν μοναξιά.

Το μεσημέρι κιτρινίζει
Ρημάζει το δέρμα μου
Μπαίνει στο μυαλό.
Σκόνη σηκώνεται, τα τζάμια στάζουν
Η προσπάθεια αιμορραγεί.

Στηρίξου πάνω μου - είπα στον καθρέφτη.
Θα σε κρατήσω.

Από τη συλλογή «Οι Τριστάνοι» (1992)

Ένα ποίημα σύγχρονο, μη έχοντας κανένα από τα τυπικά χαρακτηριστικά της παραδοσιακής ποίησης, ολοκληρωτικά με μεταφορική σημασία. Κυριολεκτικά, η μεταφορά παίρνει μια λέξη από τον κύριο λόγο της και την μεταφέρει σε άλλη χρήση. Στην προσωπική ποίηση η μεταφορά είναι σκόπιμη, όσο και φυσιολογική από την άμεση λειτουργία της γλώσσας, έχουμε μεταφορές από άψυχα σε έμψυχα και αντίστροφα. Γίνονται ποικίλες μεταφορές για την τεχνητή πύκνωση του λόγου σε συσχετισμό εσωτερικών και νοητικών στοιχείων[14].

Ένα μικρό δράμα με απλούς στίχους, αλλά τόσο δυσνόητοι και πολυσήμαντοι, ίσως βέβαια αυτή να είναι η μαγεία της ισαρικής ποίησης. Η μοναξιά αποτελεί κύριο σημείο αναφοράς του Ίσαρη. Η Πλυτώ πρωταγωνιστεί σε έξι ποιήματα στους Τριστάνους και φαίνεται να είναι και το τιμώμενο πρόσωπο σ’ αυτό το κείμενο. Είπαμε και νωρίτερα, ότι η απουσία συγκεκριμένης θεματικής είναι έκδηλη στην ποίηση του Ίσαρη και ιδιαίτερα αυτό αναδεικνύεται στο συγκεκριμένο ποίημα.

Το κείμενο αποτελείται από έναν πυκνό δραματικό μονόλογο σε πεζολογικό ύφος, με πολλά ρήματα που κάνουν ενεργητικό τον μονόλογο, αναπαριστώντας την έντονη ψυχολογική κατάσταση του   υποκειμένου, που λέει και ξαναλέει αυτά που τον βασανίζουν. 

Αποτελείται από 3 ενότητες, (στ.1-2, 3-7, 8-9). Απαισιόδοξη η πρώτη ενότητα, φορτισμένη με συναισθήματα έντονου ψυχισμού, όπως σιωπή, πόνος, μοναξιά. Οι καταθλιπτικές τάσεις υποδηλώνονται στην πρώτη, αλλά και στην τελευταία λέξη της ενότητας. Σιωπή και πόνος... Διέξοδος δεν υπάρχει παρά μόνο μια τάση για απομόνωση και φυγή από την σύγχρονη – επίπονη πραγματικότητα.

Η δεύτερη ενότητα, παρουσιάζει την προσπάθεια χωρίς αποτέλεσμα. Το κίτρινο κατεξοχήν χρώμα που συμβολίζει το δόλο, την προδοσία, τη μυστικοπάθεια, την απιστία  και την πλήρη απελευθέρωση από πάθη. Επίσης, χρώμα που τυφλώνει, εντυπωσιάζει, αποκαλύπτει αλλά και εμπνέει... Είναι αντικαταθλιπτικό, συνδέεται όμως πολλές φορές με την απάτη, τη δειλία και την ζήλια. Φαίνεται να τον οδηγεί στην αυτοκαταστροφή και να γίνεται μεγάλος θόρυβος από την σκόνη που σηκώνεται, παρ’ όλα αυτά υπάρχει κάτι ανίκητο που δεν μπορεί να ηττηθεί και όλοι οι κόποι είναι μάταιοι. Υπάρχει μια μετατόπιση από τον εξωτερικό κόσμο, προς τα εσώψυχα με έντονους χρωματισμούς και εικόνες δραματικές. Η αρχή της αντίθεσης έντονη σ’ αυτό το σημείο. Τα τζάμια προσδιορίζουν το περιεχόμενο της προσπάθειας ως απόπειρα απελευθέρωσης. Τζάμια και όχι πόρτα. Δεν επιδιώκει την λύση στην οριστική έξοδο, δηλ. στον έξω κόσμο, αλλά στον μέσα. Η συγκεκριμένη ενότητα είναι γραμμένη βάσει της λειτουργίας της συναισθησίας[15] και της μεταφοράς. Προφανώς και κανένα μεσημέρι δεν κιτρινίζει, κανένα δέρμα δεν ρημάζει, τα τζάμια δεν στάζουν και η προσπάθεια δεν αιμοραγεί...

Η τρίτη ενότητα (στ. 8-9) κλείνει με μια μελλοντική ευχή για αίσιο τέλος! Μιλάει στον καθρέπτη και απευθύνεται στον εαυτό του, δίνοντας υπόσχεση για ένα καλύτερο αύριο, εκδοχή του αυτοεγκλεισμού μέσα στον οποίο ο ήρωας έχει αυτοπαγιδευθεί. Εκφράζει λοιπόν, την άμεση απεμπλοκή από το αδιέξοδο που έχει οδηγηθεί και ταυτόχρονα σημαίνει και την αποδοχή της κατάστασης, αφού υποδηλώνει μια αδρανοποίηση της βούλησης, που τροφοδοτεί την προσπάθεια. Αυτή η ουσιαστική αναθεώρηση στάσης αιτιολογείται στους δυο τελευταίους στίχους, που θα διευκρινιστεί περισσότερο στον τελευταίο στίχο, υποσχόμενος και πάλι για προσπάθεια να βγεί από το αδιέξοδο που έχει βρεθεί.

Ρομαντική συνείδηση που διαστέλλει σε απεριόριστο βαθμό την αίσθηση του υπαρξιακού αδιεξόδου, δημιουργώντας αλληλένδετες ή συνάλληλες κολαστήριες εικόνες που έχουν ως επίκεντρο τους, το πάσχον ανθρώπινο σώμα. Ωστόσο με τους Τριστάνους φάνηκε καθαρά η οργανική ενότητα που επιδιώκει να υπάρχει στο έργο του, αλλά και οι αντιθέσεις. Το όνομα της συγκεκριμένης ποιητικής συλλογής φυσικά και δεν είναι τυχαίο, καθώς συμβολίζει τον παράφορο έρωτα δυο νέων.Η ερωτική ιστορία του Τριστάνου και της Ιζόλδης είναι ένα από τα πιο γνωστά, αγαπητά και φημισμένα ερωτικά μυθιστορήματα του Μεσαίωνα.  Ο θρύλος του Τριστάνου και της Ιζόλδης είναι μια ιστορία αγάπης με άδοξο τέλος, που απετέλεσε πηγή έμπνευσης και δημιουργίας για πολλούς συγγραφείς, ποιητές, ζωγράφους και μουσικούς. Ο λόγος του αναπτύσσεται ως μέρος μιας σκηνικής λειτουργίας, ενώ το πλήθος των γνωστών και αγνώστων φασματικών μορφών της δραματουργίας του κινείται μ’ έναν ιδιαίτερα υποβλητικό ρυθμό[16].

Αλέξανδρος Ίσαρης,  Το τόξο του χαμόγελου

Ένα άλλο σώμα δίπλα σου τη νύχτα
Αγάλματα στολίζουν το κρεβάτι σου
Και ρόδα που μυρίζουν γιασεμί.
Λάμπουν στο σκοτάδι τα σκεπάσματα
Το δέρμα κρύσταλλο που στάζει.
Η γραμμή του στόματος στο τόξο του χαμόγελου
Τα μέλη απαλά μέσα στο μέλι
Τα μάτια σου σφιχτά και στο δωμάτιο
Φτερά αγγέλων και πουλιών που σε ζαλίζουνε
Με το φτερούγισμά τους.

Από τη συλλογή «Θα επιστρέψω φωτεινός»
(Ποιήματα 1993-1999) (2000)

Το ποίημα είναι από τα πιο αντιπροσωπευτικά της συλλογής «Θα επιστρέψω φωτεινός», που γράφτηκε την δεκαετία του ´90, μέσα στο γενικότερο κλίμα της οικονομικής ευμάρειας και της έντονης αστικοποίησης. Είναι λιτό και απερίτεχνο κείμενο, ένας εσωτερικός μονόλογος με περιγραφική διάθεση και πυκνό στην έκφραση. Αποτελείται από μια ενότητα 10 στίχων. Τα αγάλματα κάθε φορά που τα συναντάμε, τουλάχιστον από τον Σεφέρη και μετά, σταματάμε να αναρωτιόμαστε εάν και κατά πόσο η μεταγενέστερη σύμφραση προσθέτει κάτι στο «υπάρχον» της ποίησης[17]. Σταθερό μοτίβο από την πρώτη του ποιητική συλλογή (βλ. ποίημα Η μουσική). Με μια πρώτη ματιά παρατηρούμε πως την λέξη δέρμα την περιλαμβάνει και στις τρεις συλλογές. Λέξεις με μεταφορική σημασία. Οι εικόνες είναι τα βασικά μέσα του. Οργανώνεται σε ένα αίσθημα ανθρωπιάς, συμπόνιας και συντροφικότητας. Το χαμόγελο είναι η βασική επιδίωξη του μέσα στις αφιλόξενες - απάνθρωπες πόλεις.

Η ανάλυση του κειμένου αναδεικνύει την αρχή της αντίθεσης μέσα στην ενότητα και αρχίζοντας από την εμφανέστερη λάμπουν στο σκοτάδι (λάμπει / νύχτα = φως / σκοτάδι). Η λάμψη ως ιδιότητα του φωτός συνδέεται παραδειγματικά με την ζωή, ενώ τα σκεπάσματα με τον θάνατο. Το ίδιο μπορεί να ισχύει και για την δεύτερη αντίθεση του κειμένου τα ρόδα που μυρίζουν γιασεμί. Ακροβατισμοί μεταξύ ζωής- θανάτου.Εικόνες παρμένες από την άνοιξη και το καλοκαίρι, με διαφορετική οσμή και απόχρωση.  Τα ρήματα σε ενεστωτικό χρόνο, δηλώνουν διάρκεια και χρονική συνέχεια. Γραμμένο σε β´ και γ´ ενικό πρόσωπο, σε ελεύθερο στίχο.  Η δραστικότητα του συνδυασμού στο στ. 7 απαλά μέσα στο μέλι έγκειται στο ότι ανακαλεί αφενός την αίσθηση της γλυκύτητας, της ελαφρότητας, αλλά και του ερωτικού στοιχείου εφετέρου, με την απαλή αφή και γεύση του μελιού. Τα φτερά και το φτερούγισμα, λέξεις που διαθέτουν τεράστια δύναμη και συμβολισμό. αγαπημένο του μοτίβο από την πρώτη του ποιητική συλλογή (βλ. ποίημα Αίγινα). Η παρουσία σώματος δείχνει να είναι αρκετά ζωντανή.

Η τελευταία ποιητική συλλογή του Θα επιστρέψω φωτεινός (εκδόσεις Άγρα) έρχεται να επιβεβαιώσει την ιδιαιτερότητα του ποιητικού του βλέμματος. Το έργο του σχηματίζεται από εξπρεσιονιστικές εικόνες, γεμάτες χρώματα, βίαια πάθη και ατελείς φιγούρες που αναζητούν την ολοκλήρωσή τους μέσα σε ξένα σώματα... Ο Ίσαρης συνδιαλέγεται με τη συμπαθή τάξη των αγγέλων, που αποτελεί αγαπημένο του μοτίβο από την πρώτη ποιητική του συλλογή (βλ. ποίημα Κομμαγηνή).

5. Συμπεράσματα

Η ανάλυση των ποιημάτων είναι εξαρχής μια τεχνητή προσπάθεια, που γίνεται τόσο πιο μηχανική, όσο φεύγει από την άμεση επαφή και σχέση με το ίδιο το ποίημα. Φυσικά η ανάλυση είναι μια προσωπική εργασία και άποψη, όπως ακριβώς είναι και η ποίηση. Το ποίημα το μελετάμε, γνωρίζοντας και παρατηρώντας προσεκτικά τη γλώσσα του, αλλά και την καλλιτεχνική πορεία του δημιουργού στον ιδιαίτερο χώρο και χρόνο του. Μπορεί να έχει επιδράσεις ή μιμήσεις συνειδητές από άλλους ποιητές. Ενδεχομένως μπορεί ο δημιουργός να επιδιώκει συγκεκριμένους στόχους που είναι δυνατόν και να μην βρεθούν. Στο ποίημα είναι όλα δυνατά, ακόμη και σε σχέση με τα άλλα ποιήματα του ίδιου ποιητή.

Γενικά λοιπόν μπορούμε να πούμε πως το ποίημα αναλύεται σχετικά με άνεση, που όμως δεν πρέπει ποτέ να υπερβαίνει το σεβασμό του κειμένου, αλλά πάλι ούτε να μειώνει την δική μας ικανότητα κρίσης, εκτίμησης ή βίωσης.

Μετά απ’ όλα αυτά είναι φανερό πως η ανάλυση μπορεί να ποικίλει σε έκταση, στο βαθμό, στον τρόπο ή και στις ιδιαίτερες επιδιώξεις του μελετητή. Μια πλήρης ανάλυση ενός ποιήματος βέβαια μπορεί να πάρει και την έκταση μερικών βιβλίων. Ένας τύπος ανάλυσης λοιπόν είναι και ο συγκεκριμένος που διαπραγματεύεται η συγκεκριμένη διατριβή.  Είναι μια προσωπική υπόθεση και στιγμή. Κάθε ανάλυση δεν πρέπει να αντιμετωπίζει το ποίημα σαν αίνιγμα, αλλά να  προσπαθεί να το δει σαν κάτι απλό, με τη συναίσθηση πως δεν είναι δύσκολο το ποίημα. Η ανάλυση δουλεύει μάλλον αποτρεπτικά, ξεκαθαρίζει το χώρο γύρω από το ποίημα, θέλει να αποκλείσει τα λάθη και τις παρερμηνείες, είναι ένας τρόπος εισαγωγής και περιγραφής του ποιήματος, αλλά και των σκέψεων του ποιητή. Η ανάλυση λειτουργεί συμπληρωματικά και βοηθητικά, στην προσπάθεια των αναγνωστών να αντιληφθούν το δημιούργημα. Με άλλα λόγια η ανάλυση είναι μια ευχάριστη διαδικασία που λειτουργεί υποστηρικτικά.

Ποιητής υπαρξιακός ο Ίσαρης, με έντονες ανησυχίες και προβληματισμούς, με γραφή υποβλητική και αισθησιακή και περίτεχνα σκηνοθετημένη, προσπαθεί να διασώσει ό,τι ελάχιστο παραχωρεί η εφιαλτική, βίαια, νοσηρή, αλλά και αθώα, κάποτε, πραγματικότητα στις λέξεις. Σωματοποιεί τις αισθήσεις και αισθητοποιεί τα σώματα. Η αρχή της αντίθεσης είναι ορατή σε πολλά ποιήματά του. Ο λόγος του, παίρνει σάρκα και οστά, δίνοντας υπόσταση σε άψυχες λέξεις. Ανεξάρτητα από το θέμα ή τις αφορμές που γονιμοποιούν την ποίησή του, ένα είναι το κυρίως θέμα της: η αέναη αντιδικία του δημιουργού με τον κόσμο και την τέχνη του και η άρνησή του να παραιτηθεί και να σωπάσει. Μία άρνηση που υποδηλώνει ένα κρυφό και ήρεμο δυναμισμό.

Με τις παραπάνω αναλύσεις αποσαφηνίζεται το σχήμα της εσωτερικής πολιορκίας στην ισαρική ανθρωπολογία. Τα νεοτερικά στοιχεία είναι τόσο εμφανή και μονοδιάστατα, όσο και οι λέξεις – κλειδιά που αποκρυσταλλώνουν και εξασφαλίζουν μια συγκρατημένη αισιοδοξία για το μέλλον, βιώνοντας την απελπισία του παρόντος.

10. Βιβλιογραφία

1.     Αργυρίου, Α., Ο μοντερνισμός στην ελληνική λογοτεχνία, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, Αθήνα, 1996.

2.     Ίσαρης, Α., Όμιλος φίλων θαλάσσης - Ο Ισορροπιστής, εκδ. Λέσχη του Δίσκου, Αθήνα, 1976.

3.     Ίσαρης, Α., Οι  Τριστάνοι, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα, 1992.

4.     Ίσαρης, Α., Θα επιστρέψω φωτεινός, εκδ. Άγρα, Αθήνα, 2000.

5.     Καψωμένος, Ε., Ποιητική, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2005.

6.     Κουκούλας, Λ., Πως βλέπει ο ποιητής, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα, 1998.

7.     Μαστροδημήτρης, Π., Εισαγωγή στη νεοελληνική φιλολογία, εκδ. Δόμος, Αθήνα, 2005.

8.     Ο.Ε.Δ.Β., Λεξικό λογοτεχνικών όρων, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2008.

9.     Παγανός, Γ., Μοντερνισμός και πρωτοπορίες, εκδ. Σαββάλας, Αθήνα, 2003.

10.             Παπαγεωργίου, Κ., Η Γενιά του ’70, εκδ. Κέδρος, Αθήνα, 1989.

11.             Πατάκης, Στ., Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Πατάκη,    Αθήνα, 2008.

12.            Σκαρτσής, Σ., Μια πρακτική εισαγωγή στην ανάλυση της ποίησης, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 1999.

13.            Στεφάνου, Λ., Γενικά και ειδικά για την ποίηση, εκδ. Σοκόλη, Αθήνα, 1993.

14.            Τεγόπουλος, Φυτράκης, Ελληνικό Λεξικό, εκδ. Αρμονία Α.Ε., Αθήνα, 1993.

15.            Vitti, M., Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα, 2003.

 

ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΔΑΒΗ

Ο Απόστολος Δαβής γεννήθηκε στην Αλεξανδρούπολη το 1976, όπου και διαμένει μόνιμα. Τελείωσε το Λύκειο  το 1993 και εισήχθη στο τμήμα Θεολογίας του Α.Π.Θ. με εισαγωγικές πανελλαδικές εξετάσεις από όπου αποφοίτησε το 1997. Κατόπιν με κατατακτήριες εξετάσεις εισήχθη στο τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας του Δ.Π.Θ. από όπου επίσης είναι απόφοιτος. Παράλληλα, έχει παρακολουθήσει το ετήσιο πρόγραμμα εξειδίκευσης στην Ειδική Αγωγή του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Διαθέτει πιστοποίηση γνώσης της ελληνικής γραφής ''Braille'' της σχολής Τυφλών Θεσσαλονίκης. Υπηρέτησε την στρατιωτική του θητεία ως Έφεδρος Αξιωματικός πεζικού.


[1]   βλ.  Vitti, M., Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα, 2003, σ. 511.

[2]   βλ.  Παπαγεωργίου, Κ., Η Γενιά του ’70, εκδ. Κέδρος, Αθήνα, 1989, σ. 27-28.

[3]   βλ.  Παγανός, Γ., Μοντερνισμός και πρωτοπορίες, εκδ. Σαββάλας, Αθήνα, 2003, σ. 15.

[4]    βλ. Αργυρίου, Α., Ο μοντερνισμός στην ελληνική λογοτεχνία, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού    Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, Αθήνα, 1996, σ. 257.

[5]   βλ.  ΟΕΔΒ., Λεξικό λογοτεχνικών όρων, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2008, σ. 131.

[6]   βλ.  Καψωμένος, Ε., Ποιητική, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2005, σ. 130.

[7] βλ.  Κουκούλας, Λ., Πως βλέπει ο ποιητής, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα, 1998, σ. 40.

[8]   βλ.  Κουκούλας, Λ., Πως βλέπει ο ποιητής, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα, 1998, σ. 48.

[9]   βλ.  Πατάκης, Στ., Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2008, σ. 921.

[10]   βλ.  Παγανός, Γ., Μοντερνισμός και πρωτοπορίες, εκδ. Σαββάλας, Αθήνα, 2003, σ. 67.

[11] βλ.  Καψωμένος, Ε., Ποιητική, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2005, σ. 117.

[12]   βλ.  Καψωμένος, Ε., Ποιητική, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2005, σ. 237.

[13]   βλ.  Μαστροδημήτρης, Π., Εισαγωγή στη νεοελληνική φιλολογία, εκδ. Δόμος, Αθήνα, 2005, σ. 216.

[14]   βλ. Σκαρτσής, Σ., Μια πρακτική εισαγωγή στην ανάλυση της ποίησης, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 1999,

     σ. 174.

[15]   βλ.  Τεγόπουλος, Φυτράκης, Ελληνικό Λεξικό, εκδ. Αρμονία Α.Ε., Αθήνα, 1993, σ. 735.

 Η συναισθησία είναι το φαινόμενο κατά το οποίο ένας αισθητηριακός (π.χ. ο ήχος μιας νότας) ή εννοιολογικός ερεθισμός (π.χ. μια μέρα της εβδομάδας) προκαλεί την αυτόματη εμπειρία ενός άλλου ερεθισμού (π.χ. ένα χρώμα που αιωρείται στο χώρο). Συναισθησία ονομάζεται η νευρολογική ανάμιξη των αισθήσεων. Ένας άνθρωπος που χαρακτηρίζεται από συναισθησία είναι δυνατό, για παράδειγμα, να "ακούει" τις οσμές, να "βλέπει" τους ήχους και να "μυρίζει" τις εικόνες.

[16]   βλ.  Πατάκης, Στ., Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2008, σ. 921- 922.

[17]   βλ.  Στεφάνου, Λ., Γενικά και ειδικά για την ποίηση, εκδ. Σοκόλη, Αθήνα, 1993, σ. 157.

 


Ημ/νία δημοσίευσης: 21 Απριλίου 2013