Εκτύπωση του άρθρου

© Poeticanet  

 

                                                                                                                                                                    The secret of poetry is cruelty, Jon Anderson


Η ποίηση προηγείται της επιστήμης και ο μύθος της φιλοσοφίας. Θα μπορούσαμε να φανταστούμε την ποίηση υποστασιοποιημένη σε ανθρώπινη οντότητα να αντιμετωπίζει αφ’ υψηλού την επιστήμη στη βάση αυτών των πρωτείων. Να διατείνεται δηλαδή, με έπαρση και αλαζονεία, ότι αυτή υπερέχει έναντι της έρευνας για γνώση και αλήθεια, που μάλιστα χρησιμοποιεί και τον νάρθηκα της λογικής, ότι εκείνη ανακάλυψε πρώτη ο ανθρώπινος ψυχισμός και τον βοήθησε με τη σειρά της να πετάξει με τα φτερά της φαντασίας στις περιοχές του οράματος, του θαυμαστού και του αισθητικά υπέρτατου. Στη συνέχεια απαντώντας στην αιώνια μομφή που ξεκίνησε από τον καταραμένο Πλάτωνα, ότι προσβάλλει την ανθρώπινη νόηση γιατί ψεύδεται, να ισχυρίζεται ότι κανείς στην πράξη δεν ενδιαφέρεται για την αλήθεια, γιατί η αλήθεια δεν είναι εγγύηση για τη γνώση, το αντίθετο• η γνώση μεταμορφώνεται σε αλήθεια κάθε φορά που δίνει διαπιστευτήρια στη βεβαιότητα της συνείδησης. Έπειτα, αυτή η ίδια η συνείδηση είναι φυλακή. Τι ζωή μέσα στον κόσμο κάνεις όντας σε αυτή και τι είδους κόσμος είναι αυτός που αποτελείται μόνο από φυλακές, άπειρες φυλακές; Τι είδους αλήθεια και γνώση υπάρχει σ’ αυτή την αυτοκρατορία του σολιψισμού;  

Η ποίηση καταλαμβάνει τον ποιητή όπως ο δαίμονας την αθώα ψυχή του ενάρετου. Μέσα στη δίνη της ποιητικής μανίας ο νους φεύγει από τον έλεγχο της ορθοφροσύνης, ο ποιητής στέκεται απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό και τον καθρεφτίζει με κάτοπτρα παραμορφωτικά. Τον βλέπει ως ιερό σφάγιο, τον προσφέρει βορά στη νοσηρή περιέργεια των βλεμμάτων που επιθυμούν την εισβολή στο μη συνειδητό, στο αθέατο, στο άβατο των συναισθημάτων και των ανομολόγητων παθών. Ο ποιητής ξεγυμνώνεται και αυτοτραυματίζεται ενώπιον ενός ιδεατού πλήθους, είναι έτοιμος να παραδοθεί στις κανιβαλικές διαθέσεις του, δηλώνει πρόθυμος να κάνει το πάθος του θέαμα. Πεθαίνει και ξαναπεθαίνει μπροστά στα μάτια όσων παραστέκονται στο δράμα του, ένα δράμα στο οποίο μιμείται τον ίδιο τον πάσχοντα εαυτό του. 

Παριστάνει αυτόν που έρχεται από τα έγκατα της κόλασης, αναπαράγει με χίλιους τρόπους την καταστροφή του και υποδύεται τον εσαεί καταραμένο που έχει καταδικαστεί όχι μόνο να την βιώνει, αλλά και να την αφηγείται. Παρόλα αυτά είναι μάταιο να καταγγείλει κάποιος το ψεύδος, καθώς αυτό το ψεύδος είναι η υπέρτατη αλήθεια του. Δεν έχει τίποτε άλλο να πει παρά αυτό, ότι το μόνο για το οποίο πασχίζει είναι να προσφέρει αυτή την εκδοχή του γυμνού, βασανιζόμενου, τραγικού, ψυχορραγούντος εαυτού του. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος να πείσει ότι είναι ποιητής και ότι έπεσε στην αρρώστια της ποίησης, με το να εκθέτει δηλαδή τον δαιμονισμένο εαυτό του στην απειλή του θανάτου, να αφήνεται στη σκληρότητα και τη βία των εμμονών του και να παρασύρει μετά και τους ακολούθους του σ’ αυτές. Η βία και η σκληρότητα είναι –υποτίθεται- αυτό που συγκλονίζει τον ποιητή, η αιτία όλων των πληγών του, ο λόγος για τον οποίο υποφέρει, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι παρά η πρόφαση για τη δική του παράσταση στο θέατρο αυτό, η δική του raison d’ être στο σύμπαν των μουσών, το μυστικό της τέχνης του, που μόνο μυστικό δεν είναι.                
 

Εύη Μανοπούλου

 

                                                                      Στη Σάρα Θηλυκού

                        

                    «την παρηγορούσε κάπως η σκέψη ότι όλα ανεξαιρέτως τα πράγματα είναι υποχρεωμένα να ιδωθούν ισότιμα sub species aeternitatis»

                                                                          Τζων Μπάνβιλ, H κυρία Όσμοντ

1.

Εκ προοιμίου: ας δεχθώ κι εγώ ότι όντως «η ποίηση δεν αποδέχεται τα δεδομένα των αισθήσεων στην απόλυτη, στη γυμνή τους μορφή, ούτε όμως συνιστά πάντα (ή μάλλον, συνιστά σπανίως) περιφρόνηση του εξωτερικού κόσμου. Αρνείται και καταστρέφει την εγγύτερη πραγματικότητα, διότι τη θεωρεί σαν την οθόνη που μας αποκρύπτει την πραγματική μορφή του κόσμου». Οι ορισμοί ανήκουν στον Τζωρτζ Μπατάιγ, ο οποίος προφανώς αποδίδει εδώ ως οθόνη την περιώνυμη Μάγια των Ινδουιστών, ό, τι δηλαδή καλύπτει την ουσία των ορατών και κατ΄ επέκταση την απώτερη αλήθεια του όντως όντος. Μέσα στην πτύχωση του μηνύματος ανιχνεύεται ενίοτε η ακριβής ουσία των σημαινομένων. Η πτύχωση είναι δηλαδή το σπίτι του άλλου νοήματος. Του πιθανώς εγκυρότερου. Όσοι το αποκαλούν αίφνης «μυστικό του ποιήματος», βεβαίως ομολογούν ένα αναβαθμισμένο σήμα. Η πιστοποίηση αυτή είναι κατεξοχήν αποστολή της λογοτεχνικής κριτικής.

2

Η διαδικασία της ανεύρεσης του πληρέστερου νοήματος εξ ορισμού νομιμοποιείται: το μυστικό των στίχων δεν είναι ακριβώς μυστικό, αλλά ον εμπράγματο. Πλην όμως αφανές. Ο κώδικας είναι άραγε απαραίτητος; Συνωμοτεί ο λόγος; Ή πρόκειται για τη φυσική εξέλιξη της εξ αντικειμένου διερευνητικής γραφής; Γνωρίζουμε βεβαίως ότι «η θέση της ποίησης δεν είναι ποτέ απόλυτη. Βρίσκεται πάντοτε σ΄ ένα εσώτερο, αβέβαιο χώρο, κάτω από τις λέξεις του ποιητή και βαθιά μέσα στην όραση του αναγνώστη, ένα χώρο όπου η διάνοια της ποίησης κάθεται μονάχη με το κερί δίπλα σε μια συγκινητική ομορφιά». Έτσι τουλάχιστον μας δείχνει ο Ουάλας Στήβενς. Εξ ου και η εισβολή των πολλαπλών ερμηνειών. Η μια επείγεται να ακυρώσει την άλλη. Το ψέμα της πρώτης είναι το αίτιο και αιτιατό της δεύτερης κ. ο. κ. Ο μικρόκοσμος και ο μακρόκοσμος εν τω μεταξύ συνομιλούν, συν-υπάρχουν, συν-διαλέγονται. Ενδέχεται να είναι δυνατή η σύγκλιση των αντιθέτων μέσα σε ένα μονιστικό σύστημα ποιητικών διασκελισμών. Βεβαίως ο φορέας του νοήματος διαθέτει όρια και αντοχές. Ο στίχος υπάρχει για να λυγίζει μέσα στα χρόνια. Ή αντιθέτως να επανακάμπτει ακμαιότερος ως επιβεβαίωση μιας παλαιάς ενσυναίσθησης. Ορισμός: «Αυτή είναι η παράξενη μοίρα της γλώσσας, ότι δεν υπάρχει ούτε μια λέξη που να μη φέρει μέσα της την αιτία της ερείπωσής της, κάτι σαν μια μηχανή ανατροπής της σημασίας της». (Βλ. Jean Paulham, Le don des langues, Oeuvres complétes,  (Circle du livre précieux) τ. III, σ. 390). Δεν είναι βέβαια απαραίτητο ό, τι σημαίνον εκφέρεται να το διαβάζουμε κατ΄ ανάγκην διαφορετικά από ό,  τι σημαίνει. Αρκεί όμως να θυμόμαστε κι αυτή την (δημιουργική εν πάση περιπτώσει) εκδοχή.

3

Η συνύπαρξη ψεύδους και μυστικών στο λόγο: η συνάφεια των αντιθέτων σε ένα ρηματικό δεδομένο. Η συγκυρία είναι καταλυτική, καθόσον ο νους ενδιαφέρεται ενίοτε για τη Ρήση. Για την έκφανση εκείνη, η οποία δεν θέλει να γνωρίζει φραγμούς. Η ρητορική εμμένει, αποφασίζοντας να μη συρρικνωθεί στην όποια ορθότητα του μηνύματος. Παραπέμπω στον απαραίτητο αφορισμό: «Δεν είμαστε τίποτε άλλο από ό,τι λέχθηκε», όπως τονίζει την κατάλληλη στιγμή ο Μισέλ Φουκό στο εμβληματικό του έργο Η αρχαιολογία της γνώσης. Πάντως ο νουνεχής αναγνώστης θα καταλήξει εκ του ασφαλούς να ισχυρισθεί, συμμεριζόμενος τη νιτσεϊκή διευκρίνηση, ότι δηλαδή η αλήθεια, πίσω από το ενδεχόμενο ψεύδος, συνιστά «μία κινούμενη στρατι3333ά μεταφορών, μετωνυμιών, ανθρωπομορφισμών, κοντολογίς ένα σύνολο ανθρώπινων μεταφορών, που κλιμακώθηκαν, μεταφέρθηκαν, στολίσθηκαν με τρόπο ποιητικό και ρητορικό, και που μετά από μακρόχρονη χρήση φαίνονται πια σ΄ έναν λαό σταθερές, κανονικές και δεσμευτικές. Οι αλήθειες είναι ψευδαισθήσεις των οποίων η απατηλή φύση ξεχάσθηκε, φθαρμένες μεταφορές που έχασαν την αισθητική τους δύναμη (die abgenutzt und kraftlos geworden sind), κέρματα που έχασαν την εικόνα τους (Bild) και που λογίζονται πια όχι ως κέρματα αλλά ως μέταλλο». (Βλ. «Περί αλήθειας και ψεύδους υπό εξωηθική έννοια», στο Η αλήθεια και η ερμηνεία, Θεσσαλονίκη, εκδόσεις Βάνιας, 1991).

4.

Ήδη προ πολλού, ήτοι το 1734, ο Αλεξάντερ Πόουπ στο έργο του με τίτλο Essay on Man έχει καταθέσει ότι «όλη η Φύση δεν είναι παρά Τέχνη άγνωστη σ΄ εσένα·/κάθε Δυνατότητα, Κατεύθυνση  που δεν μπορείς να τη δεις·/ κάθε Ασυμφωνία, Αρμονία ανεπίγνωστη». Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δηλαδή στο στάδιο της αναγνωστικής πρόσληψης το Μυστικό είναι εν ολίγοις το σοφά κρυμμένο Δισκοπότηρο του ποιήματος.

Γιώργος Βέης

 

 

Αγαπώ την ποίηση. Με τα μυστικά και τα ψέματα της. Στα βαθιά και τα αβαθή της.

Την αγαπώ δηλαδή όπως αγαπάνε οι άντρες τις μοιραίες γυναίκες. (Ε, ναι, η Ποίηση είναι γυναίκα. Όπως, εξάλλου και όλες οι υψηλές έννοιες και οι μεγάλες ιδέες!)   

Εντάξει, ας μην παρατραβήξουμε την παρομοίωση, ας περιοριστούμε μόνο στο πως αγαπιόμαστε με την Ποίηση όπως οι παιδικοί φίλοι / έτσι απλά, χωρίς λόγο, όπως γράφει και ένας ευδιάκριτος ποιητής στην τωρινή ΣΤΗΛΗ ΑΛΑΤΟΣ.

Ποια όμως είναι τα μυστικά της;

Η Ποίηση κατέχει την τέχνη να κρύβει τα μυστικά! Ή μάλλον όχι: κατέχει την τέχνη να μην κρύβει να μην φανερώνει, αλλά μόνο να (επι)σημαίνει - όπως η φύση κατά τον Ηράκλειτο.

Κι όπως έχω πει πολλές φορές ο ποιητής είναι ένας ευτυχής δέκτης ραδιοσημάτων από άλλους κόσμους - και έχει την παράξενη υποχρέωση, χωρίς να μπορεί να τα αποκρυπτογραφήσει, να  τα κρυπτογραφεί σε δεύτερο κώδικα, τον δικό του, για αποκρυπτογραφηθούν αργότερα σε τρίτο από τον αναγνώστη.

Η Ποίηση δηλαδή, είναι γεμάτη μυστικά επί μυστικών, μεταφρασμένα από (και σε) μια γλώσσα «ενδοεπικοινωνίας», μια γλώσσα μέσα στη γλώσσα.

Ως δημιουργός ενός ολόκληρου μεταστοιχειωμένου σύμπαντος, ο ποιητής διατυπώνει αλλιώς τα πράγματα για να τα περιγράψει και, ονομάζοντάς τα με το μυστικό τους όνομα, αυτό που θα επιβιώσει της φυσικής τους ύπαρξης, τα κάνει αλλιώς «πραγματικά»

Και τα ψέματα στην Ποίηση, ποια είναι; Υπάρχουν;
Ναι, υπάρχουν κι αυτά, άφθονα μάλιστα. Θαρρώ όμως πως σχεδόν όλα ανήκουν στην  «πραγματική πραγματικότητα», την πεζολογική, που προσπαθεί παράλληλα να διαχειριστεί ο ποιητής, όταν, εκούσια ή ακούσια, γειώνεται στις άλλες εκδοχές της πραγματικότητας, τις μεταφυσικές, που υπηρετεί.

Παυλίνα Παμπούδη

 

                                      

                                                            Η διαλεκτική φανερού – κεκρυμμένου
                                                            ήτοι μορφή

        [...] Πού θα μας φέρουν τέτοιοι δρόμοι;
        Όμως η μέρα εκείνη που άρχισε
        μπορεί δεν έσβησε ακόμη
        με μια φωτιά σ’ ένα φαράγγι σαν τριαντάφυλλο
        και μια θάλασσα ανάερη στα πόδια του Θεού.
        (Γιώργος Σεφέρης, Τρία κρυφά ποιήματα, Πάνω σε μια χειμωνιάτικη ακτίνα, Γ')  


Κοινή η ρίζα για την έννοια του μυστικού, το μυστήριο, τον μυστικισμό, το μυστικό ποίημα. Στον σιιτικό μαχντισμό, ο Μάχντη, ο δωδέκατος κεκρυμμένος ιμάμης είναι το αναμενόμενο έσχατο νόημα. Τόσο η εμφάνιση όσο και η απουσία του από την ιστορία συνιστούν στοιχεία δομικά της μορφής του, δίνουν το ίδιο το γράμμα του νόμου, τον λόγο του Θεού... Η ποίηση κρύβει. Η ποίηση αποκαλύπτει. Δεν πρόκειται παρά για τις δύο όψεις του ιδίου νομίσματος, τις δύο όψεις της ποιητικής παρουσίας. Είτε πρόκειται για ποίηση κρυπτική και ερμητική, είτε για προσωπική και εξομολογητική, αυτό που ενδιαφέρει εν προκειμένω είναι το ήθος της γλώσσας, που δεν εξαπατά. Και αυτό είναι που ενώνει ποιητές όπως ο Τσέλαν, η Αχμάτοβα, η Πλαθ... Στην ποίηση κρυβόμαστε αποκαλυπτόμενοι και αποκαλυπτόμαστε όσο προσπαθούμε να κρυφτούμε, μέσα από πολλαπλές ποιητικές περσόνες, πρόσωπα και προσωπεία.
 

***

                                                                   Η διαλεκτική αλήθειας – ψέματος
                                                                   ήτοι περιεχόμενο

      Πάντοτε είχα την αίσθηση, ακόμη και όταν γράφω, ότι δεν γνωρίζω την πραγματικότητα και συνεπώς δεν μπορώ να την περιγράψω παρά μόνο διαμέσου των αντανακλάσεών της
                                                                                                 (Ελφρίντε Γέλινεκ)

Tα κατά συνθήκην ψεύδη: αυτά που λέμε για να μην προκαλέσουμε τον άλλον· η καθ' έξιν προκλητικότητα· αμφότερα δεν έχουν χώρο στην ποίηση. Ακόμη: η ποίηση δεν μπορεί να λειτουργεί ως υποκατάστατο της ζωής. Άλλωστε το αυθεντικό βίωμα είναι απολύτως απαραίτητο στην ποίηση, όπως ακριβώς και στη ζωή. Η ποίηση μπορεί να γίνεται κάποτε αναιμική και νεφελώδης. Την προτιμούμε ωστόσο αιμάτινη, χοϊκή. Ζωντανή.
    

***                       

                                                                               Το βάθος της επιφάνειας
                                                              ήτοι ποίηαη, μορφή και περιεχόμενο

      Οι ελαφροί ας με λέγουν ελαφρόν
                                      (Κ. Π. Καβάφης, Βυζαντινός άρχων, εξόριστος, στιχουργών)     


Οι τέσσερις βασικές θεματικές, το περιεχόμενο, το βάθος της ποίησης: χρόνος, έρως, θάνατος, ελευθερία... Τι απομένει νέο για τον ποιητή; Μα η απέραντη επιφάνεια της μορφής. Στην τέχνη της αφήγησης λόγου χάρη βασικό ρόλο παίζει η ανάδειξη των αντιθέσεων, οι οποίες παραπέμπουν στην αντίθεση μορφής περιεχομένου, βάθους και επιφάνειας. Το νόημα βρίσκεται στη μορφή, είναι η μορφή, το νόημα δεν υφίσταται δίχως τη μορφή, η μορφή δεν είναι παρυπόσταση, δίνει υπόσταση στο νόημα, έτσι που μορφή και περιεχόμενο εντέλει ταυτίζονται.
 

***
 
                                                                                 Η ποίηση ως κατάφαση
                    
      By the side of the everlasting Why there is a Yes--a transitory Yes if   you like, but a Yes.
                                                                   (E. M. Forster, A Room With a View)

Αν η αφορμή του αφιερώματός μας ανήκει τον Μάικ Λη και την ταινία του Μυστικά και ψέματα ο επίλογός του ανήκει στον Τζέημς Άιβορι και το δικό του Δωμάτιο με θέα. Η ποίηση ως τέχνη αλλά και η βίωση της ποίησης της ζωής συνιστούν μια διαρκή κατάφαση, μια αέναη μάχη ενάντια στον κορεσμό, τη φθορά, τον θάνατο... Αποκαλύπτουν κρυμμένα τοπία και μυστικά εντός από καταβολής κόσμου, καθιστούν δυνατή την ευτυχία. υποφερτή την ακλόνητη βεβαιότητα του αβέβαιου, εκπληρώνουν όλες τις υποσχέσεις, κάνουν αληθινά όλα τα ψέματα.   


Σάρα  Θηλυκού

 

 

Οι ποιητές που με ήλκυσαν αμέσως είναι δύο. Ένας Ιταλός, ο Λεοπάρντι, και ένας Γάλλος, ο Μαλαρμέ. Είναι παράξενο. Εγώ γνώρισα τον Μαλαρμέ όταν ήμουν ακόμη νεαρός, μαθητής, και πάλευα με τους συμμαθητές μου να καταλάβω γιατί τον θεωρούσαν έναν σκοτεινό ποιητή, όπως πράγματι είναι. Δεν τον καταλάβαινα ούτε εγώ. Αλλά υπήρχε στον Μαλαρμέ κάτι που με ήλκυε, ένιωθα ότι σε αυτή τη γεμάτη ένταση ποίηση υπήρχε ένα μυστικό και ότι η ποίηση είναι πραγματικά ποίηση όταν φέρει μέσα της ένα μυστικό. Αν η ποίηση είναι εξηγήσιμη με τον πιο στοιχειώδη τρόπο δεν είναι πια ποίηση.  Ακόμη και η ποίηση που μοιάζει απλή είναι μια ποιηση που περιέχει ένα μυστικό, δεν είναι ανάγκη να περιέχει ένα μυστικό με εκείνες τις λόγιες δυσκολίες που μας έθετε ο Μαλαρμέ.

(Από συνέντευξη του Giuseppe Ungaretti στο Rai το 1961)

Ποιο είναι το μυστικό στο οποίο αναφέρεται ο Ungaretti; Δεν πρόκειται ούτε για την υπόνοια ενός προσωπικού βιώματος του ποιητή ούτε για την κρυπτικότητα του ύφους και την ασάφεια νοημάτων. Όχι, το μυστικό της ποίησης, κατά τον μεγάλο Ιταλό ποιητή, είναι κάτι βαθύτερο, που έγκειται στα πολλαπλά επίπεδα της ανάγνωσης και στην αποκάλυψη, με μόχθο και υπομονή, ενός σύμπαντος που περικλείει από τον στοχασμό για τα ανθρώπινα μέχρι τον στοχασμό για τον κόσμο. Γι’ αυτό, μας λεει ο Ungaretti, δεν είναι αναγκαίο να έχω εμπρός μου ένα ποίημα με λόγιες δυσκολίες, ένα ποίημα δυσπρόσιτο. Το αναγκαίο είναι να μην ολοκληρώνεται η ερμηνεία του ποιήματος με «τον πιο στοιχειώδη τρόπο».

Με λίγα λόγια ο Ungaretti προσπαθεί να εξηγήσει εκείνο που παραμένει δυσερμήνευτο στη λογοτεχνία: τι είναι αυτό που κάνει ένα έργο αιώνιο και αενάως γοητευτικό; Μας δίνει εν συντομία ένα κλειδί κατανόησης, αφού μας κάνει να στραφούμε στην ιστορία της λογοτεχνίας και να δούμε ποια είναι εκείνα τα ποιήματα που άντεξαν στο χρόνο. Και γυρνώντας πίσω, βρίσκουμε την ασπίδα του Αχιλλέα στην Ιλιάδα, που δεν είναι μόνο περιγραφή ενός όπλου, αλλά και περιγραφή ολόκληρου του κόσμου, βρίσκουμε τα σπαράγματα της Σαπφώς, που δεν είναι μόνο αισθήσεις του περιβάλλοντός της, αλλά και μια διαρκής προσπάθεια να οριστεί η ομορφιά, βρίσκουμε την τραγωδία, που δεν είναι μόνο καταγραφή της μίας κατάρας, του ενός οίκου, αλλά καταβύθιση στην ανθρώπινη μοίρα. Κι αυτά είναι μόνο λίγα παραδείγματα στους αμέτρητους δρόμους του μυστικού της ποίησης, όπως μας το έδειξαν τα κλασικά έργα όλων των γλωσσών και όλων των αιώνων, εκείνα που διανοίγουν άπειρες δυνατότητες ανόδου από το ορατό στο αόρατο, μέχρι εκεί που κανένα άλλο είδος λόγου δεν μπορεί να φτάσει.

Άννα Γρίβα

 

 

 

Σου, γλυκιά μου Σου,
ένα ω! φτερωτό υπέροχο ψέμα
πως πιο πολύ από τον αδελφό μου
εμένα αγάπησες,
ένας ψίθυρος χθες στο δάσος
ένας λαγός στους θάμνους
θρόισμα στιγμής,
λασπωμένα λευκά φουστάνια,
ένα μυστικό
όλα τα αδημοσίευτα ποιήματα
κλειδωμένα στο σεντούκι φέρετρο
ποιος έχει το κλειδί, ποιος θα τα εκδώσει κάποτε,
ποτέ,
Λαβίνια εσύ;
Άραγε πατέρα πως είναι
να ράβεις τα βλέφαρα
να σιδερώνεις το στόμα,
να σφίγγεις σ’ ένα κορσέ
ένα στίχο
τόσο που ω, σαν λιβελούλα
ή μέλισσα με χρυσές πούλιες κεντημένος
ανεβαίνει ατμός στον ουρανό;

Το πάθος είναι η άλλη όψη του ασκητή.

Χλόη Κουτσούμπελη

 

                                                                   

 


Ημ/νία δημοσίευσης: 28 Δεκεμβρίου 2019