Το θαύμα της ποιητικής έμπνευσης εξυμνείται στα ίδια τα δημιουργήματά της, όπως γνωρίζουμε από τα ομηρικά έπη, που ξεκινούν με την επίκληση στη μούσα. Με την επίκληση αυτή εκφράζεται ταυτόχρονα η αγωνία για την ανεύρεση των λέξεων που θα επενδύσουν αυτά που νιώθει ο άνθρωπος-δημιουργός, γιατί χωρίς αυτές τίποτε δεν μπορεί να ειπωθεί. Είναι προφανές ότι κατά την εποχή για την οποία μιλάμε, στην επίκληση αυτή δεν είναι συνειδητή η διάκριση αντίληψης, νοητικής αναπαράστασης και γλώσσας, πολύ δε περισσότερο η διαφορά της αναφορικής/πληροφοριακής γλώσσας από την ποιητική. Το βέβαιο είναι ότι το μυστήριο της ποιητικής επινόησης είναι σύμφυτο με την αγωνία για την έλλειψή της.
Απόπειρες –στον ίδιο τον ποιητικό, αλλά και τον φιλοσοφικό λόγο- να αποδοθούν τα αίτια της ποιητικής αφωνίας, να εξηγηθεί δηλαδή το «μη αρθρώσιμο», με όρους υλικούς, εμφανίζονται στον ύστερο Μεσαίωνα και την Αναγέννηση με την καταλυτική επίδραση του νομιναλισμού. Σε αυτή την ιστορική φάση, η αδιάρρηκτη σύνδεση πραγματικότητας και γλώσσας δεν αφήνει πολλά περιθώρια σε μία μεταφυσική -«εκ Θεού» ή «εκ πνεύματος»- θεώρηση του άρρητου. Η εξήγηση πρέπει να είναι απλή, λογική και επαληθεύσιμη.
Μια χαρακτηριστική περίπτωση είναι η συλλογή σονέτων του Joachim Du Bellay (1522-1560) με τον τίτλο L’ Olive (Η ελιά) με σαφή πετραρχική επιρροή. Τη χρονιά κατά την οποία εκδόθηκε η συλλογή (1549), εκδόθηκε και ένα άλλο έργο του Du Bellays, το Défense et illustration de la langue française (Υποστήριξη και απεικόνιση της γαλλικής γλώσσας). Καθόλου τυχαίος ο συγχρονισμός, ο οποίος εξάλλου εξηγεί και το περιεχόμενο των σονέτων 6,7,8,16,20 και 62 της συλλογής, όπου κυριαρχεί το θέμα του «άρρητου» στην ποίηση[1]. Στο σονέτο 8, για παράδειγμα διαβάζουμε :
Auray'-je bien de louer le pouvoir
Ceste beauté, qui decore le monde,
Quand pour orner sa chevelure blonde
Je sens ma langue ineptement mouvoir?
Ny le romain, ny l'atique sçavoir,
Quoy que là fust l'ecolle de faconde,
Aux cheveulx mesme, où le fin or abonde,
Eussent bien faict à demy leur devoir.
Quand je les voy' si reluysans, et blons,
Entrenouez, crespes, egaulx, et longs,
Je m' esmerveille, et fay' telle complaincte :
Puis que pour vous (cheveulx) j'ay tel martyre,
Que n'ay-je beu à la fontaine saincte?
Je mourroy' cygne, ou je meurs sans mot dire.
Πώς θα μπορούσα τάχα να υμνήσω
Αυτό το κάλλος που κοσμεί την πλάση
Όταν την κόμη της ξανθής πριν να δοξάσει
Η γλώσσα με γυρίζει από τη μούσα πίσω;
Ούτε Ρωμαίων ή Ατθιδών η γνώση
Ρητόρων γλώσσα σ’ οποιοδήποτε συνάφι
Απ’ τα μαλλάκια με το καθαρό χρυσάφι
Θα είχαν έστω τη μισή ομορφιά αποδώσει.
Άμα τα βλέπω έτσι ξανθά και λαμπερά
Λυτά, ίσια, πλεγμένα ή μακριά
Ο θαυμασμός μου ανοίγει μια πληγή
Είναι για το δικό σας βάσανο μαλλιά
Που δεν ήπια νερό απ’ την ιερή πηγή;
Ή κύκνος θα πεθάνω ή χωρίς μιλιά.
(μτφ. Εύη Μανοπούλου)
Η Olive (Ελιά) είναι μια γυναικεία μορφή και ταυτίστηκε με την Μαργαρίτα της Γαλλίας, στο έμβλημα της οποίας υπήρχαν φύλλα ελιάς, ενώ απεικονίστηκε η ίδια ως θεά Αθηνά και ο Du Bellay της αφιέρωσε την ποιητική συλλογή. Στο συγκεκριμένο σονέτο ο ποιητής διαπιστώνει την ποιητική του «αφωνία» όταν θέλει να εκφράσει το θαυμασμό του για τα μαλλιά της. Η «ιερή πηγή» είναι μεταφορά για τα νάματα της ποιητικής δεξιοτεχνίας. Ο κύκνος είναι σύμβολο της ποιητικής αθανασίας, προφανώς επίδραση του Οράτιου, στον οποίο συναντάμε την εικόνα του ποιητή που μεταμορφώνεται σε κύκνο[2]. Γενικά, στο έργο αυτό του Du Bellay το στεφάνι ελιάς συμβολίζει την ποιητική μαεστρία και είναι ισοδύναμο του δάφνινου στεφανιού. Η Olive (Ελιά) του Du Bellay στέκεται απέναντι στην Laura (Δάφνη) του Πετράρχη. Παράλληλα η ελιά, σύμβολο και της βασίλισσας Μαργαρίτας, παραπέμπει στο γαλλικό θρόνο και, κατ’ επέκταση στο πατριωτικό αίσθημα των Γάλλων[3]. Είναι εποχή διαμόρφωσης των εθνικών γλωσσικών ιδιωμάτων στην Ευρώπη και η γαλλική καθομιλουμένη ωριμάζει μέσα στο θερμοκήπιο της λογοτεχνικής παραγωγής. Σ’ αυτή, λοιπόν, την ατελή γαλλική καθομιλουμένη αποδίδει ο Du Bellay την ποιητική αδυναμία[4] που νιώθει εξαιτίας των ατελειών της, αλλά γράφει για την γλωσσική ατέλεια χρησιμοποιώντας την ίδια αυτή ατελή γλώσσα, με άλλα λόγια «αποκαθιστά το τίποτε που δεν είναι εκεί του ανείπωτου αντικειμένου της αγάπης με τη χρήση της επιδέξιας (και αλάνθαστα γαλλικής) ποίησής του για να δημιουργήσει κάτι από το τίποτε»[5]. Τελικά έχει εμπιστοσύνη στην τελειοποιημένη από τον ίδιο γαλλική γλώσσα με την οποία μπορεί να νικήσει το ανείπωτο και το άρρητο να γίνει ρητό στον ποιητικό λόγο. Πρόκειται για έναν άθλο που έχει ως αποτέλεσμα τη στέψη του στον θρόνο της ποίησης εξ ου και ο θριαμβευτικός τόνος των σονέτων.
Αυτό βέβαια που είναι δύσκολο να «ειπωθεί», να πάρει μια συγκεκριμένη γλωσσική μορφή στην ποίηση, δεν είναι στην πραγματικότητα το αδύνατο να οριστεί με οποιοδήποτε τρόπο στη γλώσσα, αλλά είναι εκείνο που δεν μπορεί να διατυπωθεί ποιητικά, να προκαλέσει δηλαδή εκείνη την αισθητική εμπειρία που οφείλει κάθε τέχνη να προκαλεί. Ο αγώνας για ποιητική έκφραση είναι στην ουσία ένας αγώνας για το καλλιτεχνικό επίτευγμα. Ο ποιητής εργάζεται πάνω τις αναπαραστάσεις της δικής του θέασης του κόσμου και προσπαθεί να διανύσει με επιτυχία και ικανοποιητικά τη διαδρομή από τις δικές του νοητικές οντότητες ως την παραγωγή ενός έργου που μπορεί να μοιραστεί με την ανθρώπινη κοινότητα, ενός έργου τέχνης. Η προσπάθειά του να εκφράσει το περιεχόμενο του ψυχισμού του είναι ευρύτερη και πιο πολύπλοκη από την απλή επικοινωνία, την απλή μεταφορά ενός νοήματος[6].
Ο Du Bellay χειρίζεται μια γλώσσα νεογέννητη ως ιδίωμα λαού, μια γλώσσα που σφυρηλατείται στο αμόνι της καθημερινότητας. Στο σονέτο του προσπαθεί να συνθέσει έναν ύμνο στα πλούσια ξανθά μαλλιά μιας ωραίας γυναίκας και αισθάνεται ότι ματαιοπονεί γιατί το αποτέλεσμα είναι αισθητικά μέτριο με το γλωσσικό απόθεμα που διαθέτει. Εντούτοις, συνθέτει επιδέξια ένα ποίημα για την ποιητική μαστοριά στον θεματικό καμβά της ίδιας της αδεξιότητας. Για την ξανθή κόμη που θαυμάζει τελικά «δεν λέει μιλιά», αλλά με την ιδέα αυτή μεταμορφώνεται σε κύκνο-δοξασμένο ποιητή.
Εύη Μανοπούλου
© Poeticanet
[1] Εξαιρετικά διαφωτιστικό το άρθρο της Tebben Maryann, “Writing the ineffable : Du Bellay’s Olive”, The French Review, vol. 78, no 3 (Feb., 2005), pp 522-535.
[2] Alduy, Cécile, « D’un cygne absent : poétique de l’allusion dans L’Olive de Du Bellay », Méthode, no 13, 2008.
[3] Caldarini, E. στην εισαγωγή στην έκδοση της συλλογής L’ Olive, στη σειρά Textes Littéraires Français, Genève : Droz. 1974
[4] Στο Défense et illustration de la langue française
[5] Tebben Maryann (βλ. πιο πάνω)
[6] Η θέση αυτή υποστηρίζεται επαρκέστατα στο Kolaiti, Patricia, The limits of expression : Language, Poetry, Thought, PhD thesis, UCL, September 2009.
Ημ/νία δημοσίευσης: 31 Ιουλίου 2018
- FORUM
- RACHEL BLAU DU PLESSIS
- BLOOM, HAROLD
- RAMALHO, MARIA IRENE
- STEVENS, WALLACE
- ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ ΚΑΤΕΡΙΝΑ
- ΑΓΚΥΝΑΡΟΠΟΥΛΟΥ, ΧΡΥΣΟΥΛΑ
- ΑΓΡΑΦΙΩΤΗΣ, ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ
- ΑΘΗΝΑΚΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ
- ΑΛΑΒΕΡΑ ΡΟΥΛΑ
- ΑΛΕΞΙΑΔΟΥ, ΘΕΟΔΟΥΛΗ
- ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ, ΜΑΙΡΗ
- ΑΜΑΝΑΤΙΔΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ
- ΑΜΠΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ, ΦΡΑΓΚΙΣΚΗ
- ΑΝΔΡΟΝΙΔΗΣ, ΣΙΜΟΣ
- ΑΝΤΙΟΧΟΥ, ΓΙΑΝΝΗΣ
- ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗ ΡΗΤΟΡΕΙΑ
- ΑΡΑΓΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΕΛΙΣΑΒΕΤ
- ΑΡΤΙΝΟΣ, ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ
- ΑΣΤΕΡΙΟΥ, ΧΡΗΣΤΟΣ
- ΑΦΕΝΤΟΥΛΙΔΟΥ, ΑΝΝΑ
- ΒΑΡΘΑΛΙΤΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΒΕΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΒΕΝΤΟΥΡΑΣ, ΙΩΣΗΦ
- ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ ΧΑΡΗΣ
- ΒΟΥΛΓΑΡΗ, ΣΟΦΙΑ
- ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ, ΚΩΣΤΑΣ
- ΓΑΛΑΤΗΣ, ΤΑΣΟΣ
- ΓΕΩΡΓΟΥΣΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΓΙΑΝΝΙΣΗ, ΦΟΙΒΗ
- ΓΚΕΚΑ, ΕΣΜΕΡΑΛΔΑ
- ΓΚΟΛΙΤΣΗΣ, ΠΕΤΡΟΣ
- ΓΟΥΔΕΛΗΣ, ΤΑΣΟΣ
- ΓΡΙΒΑ, ΑΝΝΑ
- ΔΑΒΗΣ, ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
- ΔΑΝΑΣΣΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
- ΔΑΝΙΗΛ, ΑΝΘΟΥΛΑ
- ΔΕΛΗΒΟΡΙΑ ΓΙΑΝΝΑ
- ΔΕΝΔΡΙΝΟΣ, ΜΑΡΚΟΣ
- ΔΗΜΗΡΟΥΛΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ
- ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΙΑ, ΤΙΤΙΚΑ
- ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΙΑ, ΤΙΤΙΚΑ
- ΔΗΜΟΥ, ΕΥΣΤΑΘΙΑ
- ΔΗΜΟΥΛΗ, ΑΓΓΕΛΙΚΗ
- ΔΟΥΑΤΖΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΔΟΥΚΑΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ
- ΔΡΑΚΟΝΤΑΕΙΔΗΣ, ΦΙΛΙΠΠΟΣ
- ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ
- ΕΥΑΝΤΙΝΟΣ, ΝΙΚΟΛΑΣ
- ΕΥΘΥΜΙΑΔΗΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ
- ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ
- ΖΕΡΒΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
- ΖΗΡΑΣ, ΑΛΕΞΗΣ
- Η ΠΟΙΗΣΗ ΚΡΙΝΕΙ
- ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ, ΚΑΤΕΡΙΝΑ
- ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ, ΘΑΛΕΙΑ
- ΘΗΒΑΙΟΣ, ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
- ΘΗΛΥΚΟΥ, ΣΑΡΑ
- ΙΑΤΡΟΥ, ΜΑΡΙΑ
- ΙΒΑΝΟΒΙΤΣ, ΒΙΚΤΩΡ
- ΚΑΪΜΑΚΗ, ΦΩΤΕΙΝΗ
- ΚΑΝΔΗΛΑΠΤΗ, ΓΕΩΡΓΙΑ
- ΚΑΝΙΣΤΡΑ, ΠΟΛΥ
- ΚΑΠΟΝ, ΛΙΛΙΑΝ
- ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΤΑΣΟΥΛΑ
- ΚΟΚΟΡΗ, ΜΑΡΙΑ
- ΚΟΛΑΪΤΗ, ΠΑΤΡΙΤΣΙΑ
- ΚΟΡΝΕΤΗ ΕΛΣΑ
- ΚΟΥΛΟΥΡΗ, ΜΑΡΙΑ
- ΚΟΥΜΟΥΤΣΗ, ΠΕΡΣΑ
- ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗΣ, ΚΩΣΤΑΣ
- ΚΡΕΜΜΥΔΑΣ, ΚΩΣΤΑΣ
- ΚΩΣΤΙΟΥ, ΚΑΤΕΡΙΝΑ
- ΚΩΤΟΥΛΑ, ΔΗΜΗΤΡΑ
- ΛΑΝΤΖΟΥ, ΑΓΓΕΛΙΚΗ
- ΛΕΚΑΚΗ, ΜΑΡΙΑ
- ΛΙΛΛΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΛΥΜΠΕΡΗ ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ
- ΜΑΝΟΠΟΥΛΟΥ, ΕΥΗ
- ΜΑΝΟΥΚΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
- ΜΑΡΔΑΣ, ΚΩΣΤΑΣ
- ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΜΑΤΣΟΥΚΑΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
- ΜΕΛΑΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ
- ΜΕΡΑΚΛΗΣ Μ.Γ
- ΜΗΤΡΑΣ ΜIΧΑΗΛ
- ΜΙΧΑΗΛ ΣΑΒΒΑΣ
- ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΑΡΙΛΑΟΣ
- ΜΠΕΛΕΖΙΝΗΣ, ΑΝΔΡΕΑΣ
- ΜΠΕΝΑΤΣΗΣ, ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
- ΜΠΛΑΝΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΜΠΟΥΡΑΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
- ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ, ΑΣΗΜΙΝΑ
- Ο ΦΟΒΟΣ
- ΠΑΜΠΟΥΔΗ, ΠΑΥΛΙΝΑ
- ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, ΕΥΤΥΧΙΑ
- ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΚΩΣΤΑΣ
- ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, ΜΑΡΩ
- ΠΑΣΧΑΛΗΣ, ΣΤΡΑΤΗΣ
- ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ
- ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ, ΑΣΠΑ
- ΠΟΙΗΣΗ ~ ΠΑΙΓΝΙΟ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΜΝΗΜΗ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΣ
- ΠΟΛΕΝΑΚΗΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣ
- ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ, ΑΝΝΑ
- ΠΥΛΑΡΙΝΟΣ, ΘΕΟΔΟΣΗΣ
- ΡΑΠΤΗ, ΒΑΣΙΛΙΚΗ
- ΡΑΠΤΗΣ ΧΑΡΗΣ
- ΡΟΥΒΑΛΗΣ, ΒΑΣΙΛΗΣ
- ΡΟΥΒΑΛΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΑΚΗΣ, ΧΡΙΣΤΟΣ
- ΣΑΚΕΛΛΙΟΥ, ΛΙΑΝΑ
- ΣΑΡΑΚΗΣ, ΣΩΤΗΡΗΣ
- ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΣ
- ΣΙΩΤΗΣ ΝΤΙΝΟΣ
- ΣΚΑΡΤΣΗ, ΞΕΝΗ
- ΣΤΕΦΑΝΟΥ. ΛΥΝΤΙΑ
- ΣΧΟΙΝΑ, ΚΑΤΕΡΙΝΑ
- ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ
- ΤΟ ΑΡΡΗΤΟ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ
- ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ, ΚΩΣΤΗΣ
- ΤΣΕΛΙΚΗΣ, ΠΕΡΙΚΛΗΣ
- ΤΣΟΥΠΡΟΥ, ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ
- ΦΡΑΓΚΙΑΔΙΑΚΗ, ΜΑΡΙΑ-ΕΛΕΝΗ
- ΦΩΤΕΙΝΙΑΣ, ΛΕΑΝΔΡΟΣ
- ΧΑΛΒΑΔΑΚΗ, ΒΑΣΩ
- ΧΑΝΤΖΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, ΒΑΓΓΕΛΗΣ
- ΧΡΥΣΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΡΗΣΤΟΣ
- «Θε μου τι μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε!»
- Για τα δεμένα χέρια σου σε λέω γυναίκα
- ΓΟΥΛΑΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΔΕΝΔΡΙΝΟΣ, ΜΑΡΚΟΣ
- ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ
- Είναι αυτό ποίηση;
- Η ΣΤΗΛΗ ΤΗΣ ΒΑΓΙΑΣ ΚΑΛΦΑ
- ΚΑΛΦΑ, ΒΑΓΙΑ
- ΚΑΛΦΑ. ΒΑΓΙΑ
- ΚΑΛΦΑ. ΒΑΓΙΑ
- ΚΟΚΟΡΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ
- ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΕΛΗ, ΧΛΟΗ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΘΥΜΙΑ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
- ΠΟΙΗΣΗ, ΜΥΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΨΕΜΑΤΑ
- ΠΟΙΗΣΗ, ΜΥΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΨΕΜΑΤΑ
- ΠΟΛΥΜΟΥ, ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
- ΤΟΥΜΑΝΙΔΗΣ, ΧΡΗΣΤΟΣ
- ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ
- ΧΟΥΛΙΑΡΑΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΨΑΧΝΩ ΓΙΑ ΠΑΡΑΚΑΜΠΤΗΡΙΟ