Εκτύπωση του άρθρου

 

Το "Χωρίς Τέλος" για έναν ανεξιχνίαστο λόγο εκδηλώθηκε και απόρροια της εκδήλωσής Του ήταν η  Δημιουργία. Ο Μέγας Ποιητής επιθύμησε, και αυτή ήταν η πρώτη του φανέρωση. 

Η γέννησή μας είναι αποτέλεσμα της επιθυμίας. Από τη στιγμή της γέννησής μας ζούμε γιατί επιθυμούμε και σαν αδέξιοι μιμητές, προσπαθούμε να εύρουμε τις λέξεις που αποτυπώνουν το άρρητο των επιθυμιών μας. Αποτέλεσμα αυτής μας της αναζήτησης είναι η εμφάνιση της επιθυμίας μας να αναζητούμε τα μέσα της έκφρασής της. Επιθυμούμε να εκφράσουμε την επιθυμία μας με την Ποίηση.

Τα κείμενα που ακολουθούν αφιερώνονται σε αυτόν τον αγώνα μας στο κυνήγι της Ουτοπίας.

Η σελιδοποίηση και τα εικαστικά που κοσμούν το αφιέρωμα είναι έργα της Κατερίνας Μαμάη

Ι.Β.

 

 


 

 

Σκεπτόμουν τη σχέση ανάμεσα στην επιθυμία που τολμά να αρθρωθεί καθώς ντύνεται χωρίς αιδώ κάποια απ’ τα διαθέσιμα λεκτικά μας ενδύματα και εκείνη τη βαθιά κρυμμένη που, διστάζοντας να ενδυθεί μία μορφή, επιστρέφει γυμνή πίσω, στο οριακό μεταίχμιο του συνειδητού μας. Σε κάποιες ποιητικές περιπτώσεις αυτή η σχέση ανάμεσα στη ρητή επιθυμία και σε μία επιθυμία που τρομάζει με το απαγορευτικό της πρόταγμα, συνιστά μια τραγική συνθήκη. Καθώς προσπαθούσα να συνδυάσω την παραπάνω σκέψη με κάποια από τα σύγχρονά μας ποιητικά κείμενα, η μνήμη μου οδηγήθηκε στην πτυχή αυτής της τραγικής –με την έννοια που προανέφερα− διάστασης στο έργο του Γιάννη Ρίτσου. Προσπαθώ να εξηγηθώ χρησιμοποιώντας τα λόγια του ίδιου του ποιητή.

Πολλές φορές ιδίως στην ακαριαία αποτύπωση μιας στιγμής, σε εκείνη τη

[…] θέληση απόσπασης και καθήλωσης μιας στιγμής που θα επέτρεπε μια «δια μικροσκοπίου» κατά βάθος εξέτασή της και την ανακάλυψη όλων των στοιχείων του χρόνου που πιθανόν να εξανεμίζονταν μέσα σ’ ένα απεριόριστο πλάτος, δηλαδή μια «δια της διαιρέσεως» σύλληψη του αδιαίρετου […],

όπως έλεγε ο Γ. Ρίτσος σε κείμενό του, όπου σχολίαζε τις «Μαρτυρίες» του,[1] δια-φεύγει ή υπ-εκφεύγει η λανθάνουσα επιθυμία που, κάποιες φορές δεν γνωρίζουμε ότι, ήδη ασφυκτιά μέσα μας. Ακόμη κι όταν αυτό γίνεται ακαριαία μέσα από το λαβυρινθώδες κανάλι μιας ασυνείδητης διαρροής, αρκετές φορές βιάζεται η εν εγρηγόρσει συνείδηση να την διαμεσολαβήσει, ντύνοντάς την με λόγια αποδεκτά και τρόπους που δεν θα σοκάρουν. Ωστόσο, ό, τι και αν ενδυθεί, πιστεύω ότι υποφώσκει λάμποντας, η επιθυμία, με εκείνον τον απαστράπτοντα τρόπο που μόνο όσοι γνωρίζουν την αξία της αυτοθυσίας μπορούν να αντιληφθούν.

Στις σπάνιες στιγμές της σκληρής αυτής επίγνωσης, ένας ποιητής που αισθάνεται ότι έχει παρέμβει ή παρεμβαίνει εξακολουθητικά με μια τέτοιου είδους διαμεσολάβηση μπορεί και να εγερθεί εναντίον του εαυτού του ή και εναντίον μιας κρατούσας αντίληψης, η οποία τού έχει επιβληθεί ή που ο ίδιος επέλεξε κάποτε να τον καθυποτάξει. Αναφέρω ενδεικτικά από «Το τερατώδες αριστούργημα»:[2]

[…]

και γέλασα πολύ δυνατά για να μπορέσω επιτέλους να πω κ’ εγώ
τα πράγματα με το πραγματικό όνομά τους
το γαμήσι γαμήσι
το γκάστρωμα γκάστρωμα
το κόκκινο πουκάμισο
και μια βάρκα με τρία γυμνά κοριτσόπουλα
και το βαρκάρη στη θάλασσα μ’ ένα κουπί στα δόντια του
και μια όρθια κιθάρα μες στο φανάρι

[…]

Σε ομόλογα ποιήματα οι τέτοιου είδους αποστροφές είναι συγκριτικά σπάνιες και εντοπίζονται σε αρθρωτικά σημεία, σε σημεία που λανθάνουν ως ανάπαυλες του «κυρίως νοήματος» ή ως αφηγηματικές διαφυγές. Οι συστροφές απόκρυψης  συνήθως πλεονάζουν παλεύοντας να απορροφήσουν την ασύνειδη επιθυμία, (ή/και αυτή που συνειδητά αυτολογοκρίνεται), εκείνη που, εν πάση περιπτώσει,  προώρισται να μείνει άρρητη. Αυτή η μετάσταση του ποιητικού υποκειμένου (από την άδηλη επιθυμία σε μια εμπράγματη προβολή της) δηλώνεται και μέσα από τα κάθε φορά αφηγηματικά προσωπεία, τα οποία καλούνται να μετασχηματίζουν το όραμα σε ακρόαμα κι έτσι τα ποιητικά συμβάντα να ενσαρκώνονται σε έναν αποκαθαρμένο χώρο προφοράς του λόγου, αφού έχουν πρώτα αποβάλει τα επιβαρυντικά για τη συνείδηση στοιχεία τους.

Παραθέτω, σχετικά, ένα σχόλιο του Γ. Ρίτσου για το «Τοίχος μέσα στον καθρέφτη» και το «Θυρωρείο» του:[3]

[…] Το πραγματικό και η πραγματικότητα της φαντασίας και του ονείρου μεταβάλλεται σε φανταστικό και το τυραννικό σε «διασκεδαστικό»,  σε περιπαιχτική παρωδία. Όχι πάντα βέβαια αλλά και μόνη η απλή αναπαράσταση των συστραμμένων και συστροφικών εικόνων του εφιάλτη και του ανυπόφορα ανεξήγητου της ανθρώπινης ύπαρξης (και η ποιητική τους μετάπλαση, μεταμόρφωση, παραμόρφωση) έχει κανείς την εντύπωση πως δίνει (και όχι μόνο στον δημιουργό) κάποια απώτατη ικανοποίηση που σημαίνει ίσως ικανότητα και δυνατότητα αυτοκυριαρχίας και κυριαρχίας […]

Όταν κι όσο το ποιητικό υποκείμενο απο-στρέφεται στον ακροατή του (όπως στο παραπάνω απόσπασμα από «Το τερατώδες αριστούργημα»), ο λόγος του προσεγγίζει τον τύπο μιας δραματικής απεύθυνσης, η οποία, εν τούτοις, παραμένει, τις περισσότερες φορές, υπόσχεση ανεκπλήρωτη. Όταν και όπου ο αφηγητής συστρέφεται στον εαυτό του, η γέφυρα της εξομολόγησης σηκώνεται και ο λόγος καταφεύγει και πάλι στην έντεχνη κρύπτη του. Σε κάποιους ποιητές −ο Γ. Ρίτσος θεωρώ πως είναι μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση− με τον διπλό αυτό τρόπο το κείμενο συνεχώς ταλαντώνεται και συσπειρώνεται, διαστέλλεται και χαλαρώνει, ψάχνοντας μιαν ιδεατή ισορροπία. Εν τούτοις.

Όταν ο ποιητής νιώσει ότι, έχοντας φτάσει σε ένα σημείο «μη περαιτέρω», συνάντησης όλων των οδών που τον έφεραν ως εκεί: του ιδιωτικού, δημόσιου και του ποιητικού βίου του και άρα, αισθάνεται έτοιμος −ή απλώς είναι πλέον σε θέση− να διακινδυνεύσει, ώστε να ενδυθούν, επί τέλους, εκείνα που παρέμειναν λεκτικά γυμνά, εκείνα τα άρρητα που δεν ειπώθηκαν «στην ώρα τους», ίσως είναι κάπως αργά… Γιατί ίσως να έχει πια χαθεί η σαγήνη εκείνη που ριγά κάτω από το μισοειπωμένο, η συγκίνηση που δονείται κάτω από την επιφάνεια, ή αλλιώς εκείνη η μαγική συμμετρία ανάμεσα στο

[…] ανθρώπινο και μη ανθρώπινο, το έλλογο και το άλεκτο, το κανονικό και το ανώμαλο, το ταχύ, το αργό και το ακίνητο, το από μέσα και το απ’ έξω, το ένα και το παν […],[4]

που στην ποίηση αποτελεί μια μοναδικά αναντικατάστατη στιγμή∙ την οποία, έτσι και την αφήσεις να χαθεί, είναι πια δύσκολο, πολύ δύσκολο να την ξαναβρείς. Γι’ αυτό και δυστυχώς, ενώ κατανοώ απολύτως τη μεγάλη ανάγκη αποτύπωσης μιας τέτοιου είδους επιθυμίας σε κείμενα όπως το παρακάτω απόσπασμα από το «Τι παράξενα πράματα»,[5] δε νιώθω πως έχει πια το αισθητικό βάρος που ένας ποιητής, του ταλέντου και του έργου του Ρίτσου, θα μπορούσε, ίσως άλλοτε ίσως αλλού, να είχε προσδώσει, ώστε να γίνει η μεγάλη «ανάληψη», που με τόση συγκίνηση περιγράφει.

[…] στόσο ο δυ φαντάροι (σφαλς δειοχοι) καπνίζουν ράδα φτην τσιγάρα στ παγκάκι το πάρκου, πλάι στ γαλμα το Παιδιο μ τ Ψάρι.σως γι' ατ μυρίζουν κι ο δυό τους ψαρίλα βαρβατίλα π' τς πολλς νειρώξεις, κα τώρα κόμα βρίσκονται σ διέγερση, χωρς ν τ λένε οτε μεταξύ τους, κα τ ξέρουν κι ο δυό, κι ατ τος κάνει ν καυλώνουν πιότερο, κι ν κρατον τ τσιγάρο μ τ δεξί τους χέρι, μ τ'λλο, τ ζερβί τους, πιέζουν τ πέος τους ν τ σπάσουν. […] πλώνει πρτος τ χέρι του, το τ χουφτώνει. Ξεθαρρεύεται κι λλος. Το τν πιάνει κι ατός. Δ μιλνε. Δν κοιτιονται. Κοιτάει νας το λλουνο. Λαχανιάζουν. Θέλουν ν φωνάξουν, δν ξέρουν τί· κάτι δυνατά, πολ δυνατά· ν βουίξει τ πάρκο, ν μαζευτε κόσμος, κι ατο ν' ναληφθον πλησίαστοι, σύλληπτοι, ο δυό τους μόνοι, μόνοι, μόνοι, λόκληροι, θάνατοι, ς τ μεγίστη στιγμ τς κρηξης, κα πι δν ξέρεις τί θ πακολουθήσει κι οτε χει σημασία, γιατ ατ στιγμ εναι λος χρόνος, ξω π' τ χρόνο, κα τ μόνο πο θέλουν εναι ν φωνάξουν λη τ συγκεντρωμένη σιωπ κα ν' κουστον πέρα, παντο, λόγια […] τ πι ασχρά, τ πι για, ποτς δ τ' ρθρώσανε, κι εναι πετρωμένα μέσα τους, βράχια […]

Και τούτο λέω πως γίνεται επειδή, θαρρώ, πως ήταν, για εκείνον ή για εκείνη την ολόδική του στιγμή, πια αργά. Γιατί οι λέξεις καίγονται στα χείλη μας όσο δεν τις λέμε και το όνειρο σβήνει μόλις μεσουρανήσει. Γιατί έρχεται κάποια στιγμή που είναι πλέον, για όλους μας, κάπως αργά… Αλλά βέβαια ίσως αυτές να είναι δικές μου εμμονικές ιδεοληψίες. Διότι ποτέ δεν ξεχνώ πως πάντα υπάρχει και η περίπτωση ότι Ίσως να [μην] είναι κι έτσι[6]


[1] Γιάννη Ρίτσου, Μαρτυρίες Α (1963), Μαρτυρίες Β (1966).

[2] Γιάννη Ρίτσου, Το τερατώδες αριστούργημα (1978).

[3] Γιάννη Ρίτσου Ο Τοίχος μέσα στον καθρέφτη (1974), Θυρωρείο (1976).

[4] Από ομιλία του Γιώργου Χειμωνά για την φύση του «λόγου» στο 1ο Συμπόσιο Ποίησης στην Πάτρα.

[5] Γιάννης Ρίτσος, Τι παράξενα πράματα (1983) το 2ο βιβλίο στη σειρά «Εικονοστάσιο ανώνυμων αγίων». Το 1ο εκδόθηκε με τίτλο Αρίοστος ο Προσεχτικός: αφηγείται στιγμές του βίου και του ονείρου του το 1982.

[6] Ο Γιάννης Ρίτσος εξέδωσε το Ίσως να ’ναι κι έτσι, το 1985, το 4ο βιβλίο στη σειρά «Εικονοστάσιο ανώνυμων αγίων», βιβλία που πυροδότησαν έντονη διαμάχη ανάμεσα στην (αριστερόστροφη κυρίως) κριτική και δίχασαν, όπως είθισται να λέμε, γενικότερα  τους αναγνώστες του έργου του.                                                                                                                                              

                                                                


 

«...ψυχή των λέξεων που /
Και χρωματίζει και διαλύει τα πάντα
Τα θερινά βράδυα που νύχτα πια δεν υπάρχει».

                       Υβ Μπονφουά, Η μακρυνή φωνή *

 

Η λέξη. Το ες αεί αντικείμενο του πόθου της παραμένει, ως γνωστόν, σταθερά ένα και το αυτό: το πράγμα. Το πρόσωπο συμμετέχει εκόν άκον. Δεσμεύεται μάλιστα εκ των προτέρων να αποδεχτεί την απόλυτη επικυριαρχία της λέξης στο ον. Εκ γενετής, άλλωστε, καθίσταται όμηρος των λέξεων. Όπως, μεταξύ άλλων, η μις Σαέκι, η οποία πρωταγωνιστεί στο μυθιστόρημα του Χαρούκι Μουρακάμι Ο Κάφκα στην ακτή: «Νομίζω πως βρήκε τις κατάλληλες λέξεις, προσπερνώντας διαδικασίες όπως νόημα και λογική. Συνέλαβε τις λέξεις μέσα σ΄ ένα όνειρο, σαν να έπιανε με μεγάλη λεπτότητα και προσοχή τις φτερούγες μιας πεταλούδας την ώρα που φτεροκοπάει».** Η λέξη παρασύρει ανενδοίαστα, σαρωτικά δηλαδή. Η οριακή επιθυμία της ενσάρκωσής της εντέλει δεν ικανοποιείται. Ο αγώνας της ολοκληρώνεται μέσα από μια σειρά συμβάσεων. Ό, τι αποτυπώνεται, διασώζει ολίγιστα. Ίχνη μόλις. Κι αυτά, μάλιστα,εκ προοιμίου.

Ας επισκεφτώ εδώ το σπίτι του Γιάννη Ρίτσου. Εννοώ το Αργά, πολύ αργά μέσα στη νύχτα, όπου η εξομολόγηση του μάστορα: «Λίγο λίγο τα ονόματα δεν εφαρμόζουν πάνω στα πράγματα». Πάντως την κατάσταση τη διασώζει την τελευταία στιγμή ο επαρκής, ο κατάλληλος για την περίσταση υπαινιγμός.  Το δε σημείο επιταχύνει εξ ίσου τους έρωτες: η λέξη σφυρηλατεί δεσμούς σχεδόν ακατάλυτους. Η σφοδρότητά της ενίοτε κομματιάζει το πράγμα. Τα συντρίμμια του συνιστούν τους πολικούς αστέρες της ποιητικής γραφής.

 Την απουσία της αλήθειας, της ακριβολογίας δηλαδή περί την ταυτότητα του πράγματος, την αναπληρώνει ένα κλείσιμο του ματιού του πομποδέκτη των μηνυμάτων στο Νόημα. Ή όπως ακριβώς τονίζεται στην πλατωνική Ζ΄ Επιστολή: «Ενί δη εκ τούτων γιγνώσκειν λόγω, όταν ίδη τίς του συγγράμματα γεγραμμένα [. . . ] ως ουκ ην τούτω ταύτα σπουδαιότατα, είπερ εστ΄ αυτός σπουδαίος, κείται δε που εν χώρα τη καλλίστη τούτου». Δηλαδή: «Κοντολογίς, λαμβάνοντας  υπόψιν τα όσα είπαμε, όταν κανείς αντικρίσει τα βιβλία του, οφείλει [. . . ] να ξέρει ότι, όσα παραθέτει εκεί, δεν ήταν γι΄ αυτόν τα αξιότερα, αν βέβαια ο ίδιος είναι άξιος, αντίθετα, εκείνα φυλάσσονται στο καλύτερο μέρος του εαυτού του». Εκεί δηλαδή που δεν χωράει να περάσει η παραμικρή λέξη. Εκεί όπου η επιθυμία επαναπροσδιορίζει την πολιτική της και επιφυλάσσεται να δοκιμάσει νέες μεθόδους για την ακαριαία, την απόλυτη ικανοποίησή της. Θυμάται καλά, έχοντας αποστηθίσει το Φωτόδεντρο του Οδυσσέα Ελύτη, ότι «Μ' ένα τίποτα έζησα / Μονάχα οι λέξεις δεν μου αρκούσανε».

 Ο Ζακ Λακάν υπογράμμισε ότι οι λέξεις είναι εν τέλει ο φόνος του πράγματος. Η επιθυμία εκφυλίζεται έτσι σε εξουδετέρωση του αντικειμένου. Προκειμένου να φτάσει και να αποδώσει με την αναγκαία και ικανή εκείνη πληρότητα των αρμοδίων εκφραστικών μέσων την πραγματικότητα ή έστω την υπερ – πραγματικότητα του αντικειμένου, η ποιητική γραφή αναλαμβάνει το πρόσθετο βάρος να υπερνικήσει τα εμπόδια, τα οποία, όπως προαναφέρεται, θέτει εξ αρχής η λέξη. Δεν συμμαχεί με το δήθεν αυτονόητο. Απλώς το υπερβαίνει. Εξ ου και ο περιώνυμος αφορισμός του Γερμανού ποιητή: «αυτόν που είναι σε θέση να βάλει το αίσθημά του σε ένα αντικείμενο", έγραφε ο Σίλερ στον Γκαίτε το 1801 "έτσι ώστε το αντικείμενο να με αναγκάσει να νιώσω αυτό το αίσθημα...τον αποκαλώ ποιητή, δημιουργό». Η επιθυμία εδώ ανακεφαλαιώνει το ήθος της προσέγγισης.

Γιώργος Βέης
____________________________

*Υβ Μπονφουά, Ποιήματα, εισαγωγή-μετάφραση: Μάρκος Καλεώδης, επίμετρο; Χρήστος Μαρσέλλος, εκδόσεις Περισπωμένη, 2014

** Μετάφραση: Αργυρώ Μαντόγλου, εκδόσεις Ψυχογιός, 2015
 

 


 

Στη Σαπφώ συχνά ο πόθος, η επιθυμία εκφράζεται με τη λέξη ἴμερος, καθώς και με παράγωγα αυτής, όπως για παράδειγμα το επίθετο ἰμερόεις. Τι είδους ἴμερος όμως είναι αυτός στον οποίο αναφέρεται η Σαπφώ; Μήπως οι προεκτάσεις που έχει στην ποίησή της είναι πολύ ευρύτερες από συμφραζόμενα ερωτικά, όπως θα μπορούσε να υποθέσει κανείς; Ας μελετήσουμε μερικά από τα σωζόμενα σπαράγματα:

α) ἦρος ἄγγελος ἰμερόφωνος ἀήδων
                             (Lobel-Page 136 / Diehl 121 / Cox 37)

[Της άνοιξης προάγγελε, αηδόνι που η φωνή σου θέλγει.]
 

Το αηδόνι, χαρακτηριστικό για την ομορφιά της φωνής του και το τραγούδι του, ονομάζεται ἰμερόφωνος, δηλαδή με φωνή που θέλγει. Ο πόθος, λοιπόν, εγείρεται από το τραγούδι του πουλιού. Κι αν λάβουμε υπόψη ότι συχνά ο ποιητής παρομοιάζεται στη Σαπφώ και σε άλλους λυρικούς ποιητές με πουλί, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι και η ποίηση μπορεί να εγείρει πόθους βαθύτατους.

β) αἰ δ' ἦχες ἔσλων ἴμερον ἢ κάλων
καὶ μή τι εἴπεν γλῶσσ᾽ ἐκύκα κάκον

                                      (Lobel-Page 137 / 149D)

[Αν είχες πόθο να μου πεις κάτι καλό και όμορφο
και όχι να σου τρώγεται για το κακό η γλώσσα]

Οι στίχοι αποτελούν μέρος ενός διαλόγου, όπου το ένα πρόσωπο δηλώνει τη ντροπή του να εκφράσει αυτό που θέλει και το άλλο του απαντά πως εάν κατεχόταν από έναν ἴμερον προς τα καλά και τα όμορφα θα μπορούσε να μιλήσει. Ένας τέτοιος ἴμερος σχετικός με το αγαθό μπορεί να ανευρεθεί στο πλατωνικό Συμπόσιο: εκεί ο ἴμερος, τον οποίο εκφράζει ο ἔρως είναι οι δυνάμεις που οδηγούν στην ιδέα του καλοῦ, το οποίο είναι μέρος του ἀγαθοῦ.[1] Στο πλατωνικό κείμενο, δηλαδή, ένας τέτοιος ἔρως - ἴμερος είναι που ανάγει τον άνθρωπο σε μια κατάσταση πέραν της φθαρτής, στην αιωνιότητα των ιδεών[2].

γ) ὄσσα δέ μοι τέλεσσαι
θῦμος ἰμέρρει, τέλεσον

                      (Lobel-Page 1 / Voigt 1 / Diehl 1 / Bergk 1 / Cox 1)

[κι όσα η ψυχή μου
ποθεί να γίνουν, εκπλήρωσέ τα]
           
πόλλα δὲ ζαφοίταισ’ ἀγάνας ἐπι-
 μνάσθεισ’  Ἄθτιδος ἰμέρῳ  
 λέπταν ποι φρένα κῆρ δ’ ἄσα βόρηται·

(Lobel-Page 96 / Voigt 96 / Diehl 98)

[Κι όταν σε θυμάται, τρυφερή μου Ατθίδα
νευρική τριγυρνά και τη συνεπαίρνει ο πόθος
και στην καρδιά της κάθεται η άχνα της λύπης.]   

Στις παραπάνω περιπτώσεις ο ἴμερος συνδέεται με την απομάκρυνση από μια αγαπημένη παρουσία, με την οποία η ποιήτρια ποθεί την προσέγγιση. Στο πρώτο απόσπασμα ο ἴμερος που κατακλύζει την ψυχή μπορεί να κατανοηθεί μόνο από μια θεά, την Αφροδίτη, στην οποία η ποιήτρια απευθύνεται. Στο δεύτερο απόσπασμα η απουσία της Ατθίδος ισοδυναμεί με την απουσία μιας εξιδανικευμένης ομορφιάς, όπως φαίνεται από την εκτενή περιγραφή της κοπέλας στο μεγαλύτερο μέρος του ποιήματος, εκεί όπου συγκρίνεται σε κάλλος με όλα τα αρμονικά στοιχεία της φύσης και του ουρανού. Επομένως, αυτό που ανάβει τον ἴμερον της Αριγνώτας είναι η απουσία της ιδανικής ομορφιάς της φίλης της. Μια παρόμοια σημασία έχει ο ἴμερος και στον παρακάτω στίχο, όπου ο πρόσωπο της νύφης είναι ποθητό, εκφράζοντας ένας ιδανικό κάλλος:

ἔρος δ' ἐπ' ἰμέρτῳ κέχυται προσώπῳ
                             (Lobel-Page 112 / 128D)

[στο όμορφο πρόσωπο ο έρωτας χυμένος]

δ) με την επιθυμία του θανάτου:​

κατθάνην δ’ ἴμερός τις [ἔχει με
                            (Lobel-Page 95 / Diehl 97)

[πόθος θανάτου με κατέχει]

Σε αυτή την περίπτωση ο άνθρωπος έχει περάσει σε μια κατάσταση, η οποία ξεπερνά τα φυσικά ένστικτα της επιβίωσης και ποθεί να πεθάνει, λόγω του μεγάλου πόνου που βιώνει στη ζωή του. Θα λέγαμε, λοιπόν, πως για να έχει περάσει το φράγμα του ενστίκτου της επιβίωσης, διακατέχεται από μια μανία, πέραν της λογικής. Οι μανίες όμως συχνά είναι σταλμένες από τους θεούς[3], όπως και τα δεινά που προκαλούν στον άνθρωπο τον μεγάλο πόνο[4]. Στη μυθολογία δεν είναι λίγοι οι ήρωες που προκαλούν τον θάνατό τους, για να ξεφύγουν από τα δεινά ή ως έρμαια μια μανίας[5].

Σε άλλες περιπτώσεις ο ἴμερος του θανάτου μπορεί να αποτελεί μια γαλήνια ψυχική κατάσταση, όπως στον πλατωνικό Φαίδωνα, όπου ο Σωκράτης παρομοιάζοντας τον εαυτό του με τους κύκνους, δηλώνει ότι με ηρεμία και χαρά προσμένει τον επερχόμενο θάνατο (84e-85b): κατά τον Σωκράτη, ο πραγματικός φιλόσοφος δεν πρέπει να φοβάται τον θάνατο, αλλά αντιθέτως να τον αποδέχεται με ευχαρίστηση (61b-c), αφού χάρις σ’ αυτόν η ψυχή απαλλάσσεται από τα επαχθή δεσμά του σώματος. Δεν είναι όμως αυτή η περίπτωση του σαπφικού ποιήματος, αφού σε προηγούμενο στίχο δηλώνεται πως το άτομο που μιλά δεν έχει χαρά στη ζωή:​

ο]ὐ μὰ γὰρ μάκαιραν [
ο]ὐδὲν ἄδομ’ ἔραρθ’ ἀγα[


[χαρά καμιά δεν έχω
πάνω στη γη που ζω]

Από όλα τα παραπάνω συνάγεται ότι στη Σαπφώ ο ἴμερος αναφέρεται σε καταστάσεις που άμεσα ή έμμεσα αφορούν την επίδραση των θεών στην ψυχική ζωή των ανθρώπων: το τραγούδι και η γλυκύτητα της μουσικής που επιδρούν μαγικά στην άνθρωπο, ο έρωτας ως μέσο που οδηγεί σε άφθαρτες ιδέες, όπως το κάλλος και το αγαθό, ο πόθος του θανάτου ως αποτέλεσμα των δεινών των θεών ή μιας ένθεης μανίας.


[1] Η Διοτίμα υποστηρίζει ότι ο έρωτας είναι όχι απλώς, όπως είχε υποστηρίξει ο Αριστοφάνης, μια επιθυμία πληρότητας και ολότητας, αλλά πιο συγκεκριμένα ένας πόθος για κάτι αγαθό (205e). Ο έρωτας είναι επιθυμία γέννησης μέσα στην ομορφιά (τόκος ἐν καλῷ) και ταυτοχρόνως πόθος αθανασίας (206b-209e). Ο σωστά διαπαιδαγωγούμενος νέος θα περάσει από τις πιο σωματικές μέχρι τις πιο διανοητικές εκφάνσεις της ομορφιάς ώσπου να καταλήξει στην θέαση του έσχατου ερωτικού αντικειμένου. Το αντικείμενο αυτό, το μόνο που μπορεί να πληρώσει αληθινά την ασίγαστη ορμή κάθε αληθινά ερωτικού ανθρώπου, δεν είναι άλλο από τo ίδιo τo Όμορφο καθεαυτό (τὴν φύσιν καλόν), δηλαδή η πλατωνική Ιδέα του κάλλους. Αντίθετα με όλα τα άλλα ερωτικά αντικείμενα που χαρακτηρίζονται από μερικότητα και σχετικότητα, η ίδια η Ομορφιά είναι αιώνια, αμετάβλητη και απόλυτη (210e-211b).

[2] Αντίθετα με όλα τα άλλα ερωτικά αντικείμενα που χαρακτηρίζονται από μερικότητα και σχετικότητα, η ίδια η Ομορφιά είναι αιώνια, αμετάβλητη και απόλυτη (210e-211b).

[3] Οι αρχαίοι Έλληνες προσωποποιούν τη μανία ως Λύσσα, μια θεϊκή δύναμη που κυριαρχεί στα ανθρώπινα. Η Λύσσα, κόρη της Νύκτας και του Ουρανού ήταν συγγενική μορφή με τις Ερινύες και προκαλούσε τρέλα σε όποιον κυνηγούσε. Οι Αθηναίοι την ονόμαζαν Λύττα και ήταν το πνεύμα της μανίας, της τρέλας και των δαιμόνων. Θεωρείτο επίσης η αιτία της επιληψίας (Ηράκλεια νόσος). Στον Όμηρο δηλώνει τη μανία που οδηγεί τους πολεμιστές σε άγριες πράξεις (Ω 22-24, Ρ 6-8, 20, Σ 207-209, Χ 345-348). Ο Ευρυπίδης αναφέρει τη Λύσσα ως θεότητα στις Βάκχες: ο Χορός κάνει επίκληση στους δαίμονες της μανίας (Δ’ Στάσιμο) να καταλάβουν τις γυναίκες της Θήβας και κόρες του Κάδμου. Σε άλλη τραγωδία του Ευρυπίδη, στον Ηρακλή Μαινόμενο, η Ήρα στέλνει τη Λύσσα για να τρελάνει τον Ηρακλή. Η Ίρις προστάζει τη θεότητα Λύσσα, με τη θέληση της Ήρας «μανίας τ΄ επ΄ άνδρί τώδε και παιδοκτόνους φρένων ταραγμούς και πόδων σκιρτήματα έλαυνε»(στ.835-836). Η κατάσταση του Ηρακλή περιγράφεται με μανιασμένα μάτια που στριφογυρνούσαν κι έσταζαν αίμα. Η επιληψία (Ηράκλεια νόσος) στο κείμενο αυτό, ως μανία, συνδέεται με την προσωρινή τρέλα και τη λύσσα.

[4] Στο ομηρικό έπος, την τραγωδία, αλλά και τη λυρική ποίηση οι θεοί είναι αυτοί που φέρονυν τις συμφορές: στην Ιλιάδα οι θεοί προκαλούν την αρρώστια και τις ήττες των Ελλήνων μετά την οργή του Αχιλλέα, στην Οδύσσεια ο Ποσειδών φέρνει τις συμφοράς στηον Οδυσσέα πριν τον καθορισμένο από τη Μοίρα νόστο του, στην τραγωδία συχνά γίνονται αναφορές ή υπαινιγμοί για τον ρόλο των θεών πίσω από τα εκάστοτε δεινά (για τον ρόλο των θεών στην τραγωδία βλ. Goldhill, 1986), στους λυρικούς συχνά υπάρχει η αναφορά στα δεινά, τα οποία είναι ορισμένα από την ανώτερη δύναμη των θεών: στον Θέογνη εκφράζεται ξεκάθαρα αυτή η αντίληψη των αρχαϊκών ανθρώπων (Θεογν. στιχ. 133-142, 129-130, 151-152, 155-158171-172, Edmonds), όπως και στον Αρχίλοχο (fr. 56, 84, Edmonds).

[5] Τα δεινά αυτά μπορεί να αφορούν την ατίμωση (Ιοκάστη, Αίας, Νυκτέας, Βρωτέας, Καινέας, Αρσίππη, Νίκαια, Φαίδρα, Αλίη), τη θλίψη και την απελπισία, συχνά για την απώλεια αγαπημένου προσώπου ή την εγκατάλειψη από αυτό (Αιγέας, Αμφίων, Αλκυόνη, Κλείτη, Κλεοπάτρα, Δηιάνειρα, Ευάνδη, Υλονόμη, Λαοδάμεια, Μάρπησσα, Οινώνη, Πολυδώρα, Πολυμέρη, Νιόβη, Αίθρα, Αρέθουσα, Πέρδιξ, Αντίκλεια, Αλθαία, Ευρυδίκη, σύζυγος του Κρέοντα, Πολυξένη, Φυλλίς), την απόρριψη (Αριάδνη, Καλιρρόη, Θίσβη, Διδώ, Αμεινίας,), την ανάγκη αυτοθυσίας (Ιφιγένεια, Άλκηστις, Λεοντίδες, Κορωνίδες, Υακινθίδες, Άλκις, Ανδρόκλεια, Εύκλεια, Ερεχθείδες, Μενέστρατος, Άδραστος), την απώλεια της πολιτικής ισχύος (Νίσος, Άγριος), την οργή την αναμεμιγμένη με πόνο (Αίμων, Εύηνος), τον σωματικό πόνο (Ηρακλής) ή να προέρχονται από τρέλα, μανία (Βούτης και Λυκούργος, Άττης, Άγραυλος, Έρση).

Άννα Γρίβα


 


 

Το να συνυπάρχουμε με πράγματα που μας δυσαρεστούν, το να είμαστε χωρισμένοι από πράγματα που μας ευχαριστούν - αυτό είναι […] πόνος. Το να μην αποκτάμε ό, τι θέλουμε - αυτό επίσης είναι πόνος […] Λοιπόν, έτσι όπως ακριβώς δεν έχεις καμιά επιθυμία για πράγματα που δεν είναι στις σκέψεις ή στις αισθήσεις σου, να μην έχεις καμιά επιθυμία για τα πράγματα που είναι στις αισθήσεις και στις σκέψεις σου. Αυτό είναι το μονοπάτι που οδηγεί στο τέλος του πόνου.

                                                                                              (Σαμιούττα Νικάγια)


Η ιστορία του Βούδα που τα εγκατέλειψε όλα για να βρει τη φώτιση και να διδάξει πως η επιθυμία είναι η αιτία του πόνου της ύπαρξης, δείχνει πως το ιδεώδες για αυτόν τον πρίγκιπα της Ανατολής  ήταν η μοναχική ζωή. Αυτή, όμως, προορίζεται, μάλλον, για τους λίγους. Μήπως, όμως, και η ζωή για την τέχνη δεν συνιστά ένα είδος εγκόσμιου ασκητισμού, για ακόμη λιγότερους;

Για τον Lacan, η επιθυμία, πάντοτε ανικανοποίητη, είναι η καρδιά της ανθρώπινης ύπαρξης. Τι επιθυμούμε όμως; Η επιθυμία μπορεί να είναι φυσική, οικονομική, σεξουαλική, αναγνώρισης, αυτοεκτίμησης/αυτοαγάπης… Ο φιλόσοφος Miguel de Beistegui στο τελευταίο του βιβλίο The Government of Desire, διερευνώντας τη σχέση επιθυμίας και φιλελευθερισμού, κάνει λόγο ακόμη για μη-συμμετοχή, για να καταλήξει, μάλλον, σε μια νεoϋπαρξιστική παραλλαγή για τη νοηματοδότηση της ζωής ή μια νέα φιλοσοφία της ζωής, μέσα από την τέχνη, τον έρωτα, την επιστήμη, την πολιτική… Να ζούμε μιαν άναρχη ζωή, φαίνεται πως προτείνει ως ιδεώδες∙ είναι η τέχνη τού να ζούμε κυβερνώμενοι λιγότερο ή διαφορετικά. Αλλά τι σημαίνει αυτό;   

***

      Ο θάνατος του πατέρα θα αφαιρέσει από τη λογοτεχνία πολλές από τις απολαύσεις της. Αν δεν υπάρχει πια Πατέρας, γιατί να διηγιέσαι ιστορίες; Η κάθε αφήγηση μήπως δεν ξαναφέρνει στον Οιδίποδα; […] στη διαλεκτική της συμπόνιας και του μίσους;

                                                             (Ρολάν Μπαρτ, Η απόλαυση του κειμένου)

Ο Barthes γνωρίζει, σε πείσμα της φροϋδικής εναντίωσης στην πατρική εξουσία,  την πρωταρχική συνθήκη κάθε αφήγησης: αγάπη και μίσος, μίσος και αγάπη, σε μιαν αέναη ανακύκληση. Μόνον ο Πατήρ είναι άναρχος… Η ψυχανάλυση είδε την επιθυμία -δη την σεξουαλική- ως ένα ανομολόγητο βρώμικο μυστικό, όπως επισημαίνουν οι Deleuze - Guattari στο έργο τους Ο Αντι-Οιδίπους. O Girard κατέρριψε το οιδιπόδειο σύμπλεγμα με τη μιμητική του θεωρία, σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος μιμείται το πρότυπο, την επιθυμία του πατρός, η οποία μπορεί βεβαίως να αποβεί αντίζηλη και ανταγωνιστική, χωρίς όμως προϋπάρχουσα επιθυμία πατροκτονίας και αιμομιξίας… Η τέχνη μιας πραγματικά άναρχης ζωής δεν συνίσταται, προφανώς, στο να υποκαθιστά κανείς  τον δυνάστη του με άλλους, καινούριους δυνάστες και, ακόμη περισσότερο, στο να φτάνει κανείς στη θέση, που ο απελεύθερος Επίκτητος περιέγραψε, να εξαρτάται από την ανεξαρτησία του…   

***

 […]

Έρχονται κι οι δικές μας οι σκιές
Που η νύχτα θα αφανίσει
O ήλιος που τις κάνει σκοτεινές  
Μαζί με αυτές θα σβήσει

[…]                          
            (Guillaume ApollinaireΚλοτίλδημετ. Σ. Θ.)                      

Η  διττή όψη της επιθυμίας∙ η σημειολογική αντιστροφή της επιθυμίας στο αντίθετό της∙ η αναγέννησή της, ως νέας επιθυμίας, πάλι… Όλα απηχούν το σχήμα της εναλλαγής στη δημιουργία: ημέρα και νύχτα, φως και σκοτάδι, αλλά και τη διαλεκτική λόγου και σιωπής στην ανθρώπινη δημιουργικότητα. Νικώντας την επιθυμία οδηγούμαστε στη… νιρβάνα - ή, αφήνουμε την  ποίηση να αναλάβει δράση. Να χρησιμοποιήσει ως δύναμη κινητήρια την επιθυμία, να μεταμορφώσει τον πόνο σε ελεγεία. Να δώσει ξανά νέες υποσχέσεις. Και ύστερα να παραδοθεί στη σιωπή, πριν ξαναρχίσει, πάλι… Και κάπως έτσι, αρχίζοντας από το ποίημα, ίσως καταφέρουμε να αλλάξουμε τον εαυτό μας, καταφέρουμε να αλλάξουμε τη ζωή μας.

Σάρα Θηλυκού


 


 

Ήμουν λιγότερο από δύο ετών, όταν οι γονείς μου με έντυσαν ζεστά και με έβγαλαν στο περιβόλι, για να δω από κοντά τι είναι το χιόνι. Το πρωινό λαμποκοπούσε, διάφανο σαν δροσερό νερό. Μικρές, κατάλευκες τούφες από μπαμπάκι στόλιζαν τα δένδρα και τα λουλούδια.  Και ήταν τόση η ακρίβεια με την οποία σκέπαζαν τα φύλλα, που έλεγες πως αποβραδίς ένας καινούργιος, μαγικά λευκός κόσμος, προσπαθούσε να μιμηθεί τον γνωστό πραγματικό πράσινο κόσμο. Θυμάμαι πως στάθηκα μπροστά σ’ έναν θάμνο και με πλημμύρισε ένα συναίσθημα ηδονικό, τόσο ηδονικό που καταντούσε οδυνηρό. Εκείνος ο κόσμος ήταν τέλειος, μαγικός, μεθυστικός, αλλά με ταπείνωνε με την στάση του. Στεκόταν απέναντί μου και γύρω μου. Κι εγώ στεκόμουν σε μια γωνιά του: ένα ασήμαντο πλάσμα, που μόνο να κοιτάζει μπορούσε και να σπαράσσεται από αισθήματα φθόνου και ταπείνωσης. Γιατί αυτό το μεγαλειώδες θέαμα, που στεκόταν απέναντί μου ήταν ολοκληρωμένο και αυτόνομο μέσα στην αδιαφορία του για τα συναισθήματά μου.

Έβγαλα το ένα γάντι μου και άπλωσα το χέρι στο κοντινότερο φύλλο δροσερού μπαμπακιού. Το άρπαξα, το ένοιωσα να λιγοστεύει στην παλάμη μου, να χάνεται. Απόλαυσα τη συμμετοχή μου στο δρώμενο του χιονισμένου κόσμου, αλλά κοιτάζοντας το φύλλο από το οποίο είχα αποσπάσει το δροσερό στολίδι, κατάλαβα πως με την ενέργειά μου μπορεί να είχα νοιώσει κι εγώ σαν χιονισμένο φύλλο, πλην όμως είχα καταστρέψει ένα μέρος της πολυπόθητης εικόνας. Εξάλλου η επιθυμία μου να ενωθώ με αυτή την εικόνα, όχι μόνο δεν ικανοποιήθηκε, αλλά αντίθετα έγινε πιο ισχυρή, τόσο ισχυρή, που αναγκάστηκα να επιστρέψω στη ζεστασιά του σπιτιού και να κλείσω τα μάτια, προσπαθώντας να συγκρατήσω στην μνήμη μου και την τελευταία λεπτομέρεια του εγκαταλειμμένου από το βλέμμα μου κόσμου. Η οδύνη μιας ενοχής με κατέκλισε. Τώρα ο επιθυμητός κόσμος δεν ήταν αδιάφορος για τα συναισθήματά μου, αλλά εγώ για τα δικά του. Τον είχα εγκαταλείψει. Δεν μπορούσε πια να με συντρίψει το φωτεινό μεγαλείο του, αλλά με συνέτριβε η αίσθηση της απουσίας μου από αυτόν. Πώς μπορούσε να υπάρχει αφού μόνο σαν ανάμνηση μπορούσα να τον φέρω στον νου μου; Κάπου υπήρχε ωστόσο. Όμως έρημος, χωρίς μάτια να τον δουν και ψυχή να τον επιθυμήσει. Κάποτε θα άλλαζε, θα αναγκαζόταν να εγκαταλείψει την εικόνα που φύλαγα μέσα μου και τότε η θλίψη και η συντριβή και η ενοχή μου, θα έχαναν το νόημά τους και μαζί τους θα χανόταν ένα κομμάτι της ψυχής μου. Δεν ομολόγησα στον εαυτό μου την σκληρή αλήθεια: πως θεωρούσα απαράδεκτο να μην είμαι εγώ ο δημιουργός του κόσμου. Η επιθυμία μου δεν κατευθυνόταν απλά προς τον κόσμο ως αντικείμενο ικανοποίησής της, αλλά προς την ίδια την επιθυμία μου ως ήδη ικανοποιημένη με την δημιουργία του κόσμου. Στο κέντρο αυτής της ανακλαστικής επιθυμίας, βρισκόταν η επιθυμία να είμαι το υπέρτατο αντικείμενο της επιθυμίας του δημιουργήματός μου. Κάποιο είδος δομικής αναλογίας φάνηκε να εγκαθιδρύεται ανάμεσα στις ψυχικές μου λειτουργίες και τις εικόνες του κόσμου. 

Σήμερα, αναζητώντας, ανάμεσα στο διαθέσιμο υλικό των βιωμάτων μου εκείνο το πρώτο-πρώτο βήμα το οποίο θα μπορούσα να χαρακτηρίσω ιδρυτικό της πρόθεσής μου να γράψω ένα ποίημα, βρίσκομαι πάντα μπροστά σε μια παράσταση, η οποία μου επιβάλει μια στάση απέναντί της εντελώς ξεχωριστή. Παρουσιάζεται ως τομή στο οντολογικό συνεχές, μια τομή η οποία μου καταλογίζει ένα μέρος του κόσμου, αποσπώντας το πρόσκαιρα από την «φυσική» ή «αντικειμενική» ταυτότητά του. Κατά κάποιον τρόπο η ομορφιά ή η ασχήμια, το μεγαλείο ή η ποταπότητα αυτής της παράστασης με διαβεβαιώνει πως αποτελεί ένα είδος αναπαράστασης κάποιου αντικειμένου επιθυμίας. Μου γίνεται προφανές πως αυτό το σκιώδες αντικείμενο βρίσκεται εκεί, απέναντί μου, αλλά το στερούμαι οδυνηρά. Είναι κάτι που δεν μου ανήκει, με τον τρόπο της εύλογης υποχρέωσής μου να μου ανήκει. Σαν να λέμε: μου επιβάλει το ίδιο την επιθυμία μου γι’ αυτό και επίσης την στέρησή του. Τόση αίσθηση ανικανοποίητου, ως αποτέλεσμα μιας βίαια επιβαλλόμενης πληρότητας, δεν μπορεί παρά να ανοίγει ένα πεδίο σύγκρουσης: ο κόσμος μού επιδεικνύει την δυνατότητα της αλήθειας του, αλλά επιχειρεί να μου πει πως είμαι ανίκανος να την κατέχω. Είναι ο κόσμος και είμαι μία ανάμεσα στα δισεκατομμύρια υποκείμενα, που γεννιούνται και αφανίζονται κάθε δευτερόλεπτο. Αλλά είναι και ο κόσμος μου, ο κόσμος που χρησιμοποιώ καθημερινά χωρίς να συναντώ πάρα πολλές αντιστάσεις εκ μέρους του. Μπροστά μου ανοίγονται, λοιπόν, δύο δρόμοι: να εκλάβω την παράσταση είτε ως απαράδεκτη πρόκληση και να επιδείξω την δύναμή μου, χρησιμοποιώντας το τμήμα του κόσμου, που στέκεται μπροστά μου, με τον εργώδη τρόπο που μου δίδαξε η καθημερινότητα ή ως πρόσκληση σε μιαν αλήθεια, την οποία όμως πρέπει να κερδίσω – όχι να μου χαριστεί.

Μοιραία, ο πρώτος δρόμος δεν είναι στην περίπτωσή μου παρά ένα λογικό ενδεχόμενο, μια δυνατότητα που βρίσκεται έξω από τις υπαρξιακές προθέσεις μου. Κάθε προσπάθεια να τον ακολουθήσω, με φέρνει μπροστά στο φάσμα μιας ακόμα πιο οδυνηρής αίσθησης ελλειμματικότητας, γιατί ένας κόσμος-εργαλείο άπαξ και αμφισβητήσει την εξουσία σου επάνω του, δεν επιστρέφει ποτέ στην εργαλειοθήκη – έστω και αν συνεχίσεις να τον χρησιμοποιείς σαν εργαλείο. Οτιδήποτε διακηρύξει για μια στιγμή το δικαίωμά του στην καθολικότητα, δεν είναι δυνατόν να επιστρέψει στην ατομικότητά του. Μπορώ να γυρίσω την πλάτη σ’ αυτήν την ιδιάζουσα εικόνα και να ξαναπιάσω το νήμα της καθημερινότητας, αλλά θα έρθει κάποια στιγμή που θα διαπιστώσω με την μεγαλύτερη δυνατή ενάργεια –και συχνά έκπληξη-  πως αυτή η ιδιάζουσα εικόνα ήταν ήδη ένα κομμάτι του νήματος της καθημερινότητας και μάλιστα από τα λιγότερο φθαρμένα. Τότε η αίσθηση της ελλειμματικότητας επιστρέφει βαθιά, δομικά, δίνοντας στον κόσμο υφή σκοτεινή και συμπαγή. Η απλή, άμεση, εναργής, πρακτική σύλληψη της ζωής μέσα στον κόσμο ομολογεί πως όταν τεθεί ενώπιον ενός υποκειμένου ακόμα και το πιο φαινομενικά ασήμαντο πρόβλημα, η μόνη οδός είναι η πάση θυσία λύση του, μέχρι τα απώτατα βάθη του. Κι αυτό διότι συνήθως τα σπουδαιότερα και πιο επείγοντα ερωτήματα κρύβονται πίσω από μικρά, καθημερινά, διαβατικά προβλήματα. Βιασμένοι από τις βιοτικές ανάγκες μας δεν έχουμε χρόνο να αναρωτηθούμε για το βάθος του προβλήματος. Μας αρκεί να το παραμερίσουμε και να συνεχίσουμε να πορευόμαστε μέσα στον κόσμο. Πρόκειται για την τακτική της διασπάθισης του γόρδιου δεσμού.

Ένα ζωτικό πρόβλημα είναι σαν να μου θέτουν οι εικόνες στις οποίες αναφέρομαι, λοιπόν· ένα πρόβλημα, στοιχεία της δομής του οποίου είναι η οδυνηρή αίσθηση του ανικανοποίητου και η ελπίδα μιας αλήθειας. Τα στοιχεία αυτά είναι εξ αρχής συνδεδεμένα μέσα μου. Στην πραγματικότητα υπάρχουν κάθε ένα με τον τρόπο του άλλου, βυθισμένα σε ένα χωρικό και χρονικό ρευστό. Υπάρχει δηλαδή ένας άλλος κόσμος -εντός του σύμπαντος δομικής αναλογίας ανάμεσα σε μένα και σ’ αυτόν. Η ένταση της επιθυμίας μου να αποκαλύψω την αλήθεια αυτού του κόσμου –πράγμα που σημαίνει να τον παρουσιάσω ως δημιούργημά μου- κατευνάζεται από τον ορισμό μιας μεταφοράς που εκφράζει την δομική αναλογία ανάμεσα σε εμένα ως δημιουργό και τον άλλον κόσμο. Η μεταφορά αυτή είναι η μήτρα του ποιήματος, η δημιουργία του οποίου τίθεται αποφασιστικά ως επιθυμία δημιουργίας του κόσμου. Πέρα από τις εξαιρετικά πολύπλοκες και εν πολλοίς μη αναγώγιμες πράξεις προς την δημιουργία του ποιήματος, η ποιητική φάτις αξιώνει την ιερότητα του ποιητή, δίχως την οποία -ή εντέλει την ψευδαίσθηση της οποίας- η ποίηση δεν είναι παρά επαγγελματική ευφράδεια.

Γιώργος Μπλάνας

 

 


                             

Η ελληνική γλώσσα διαθέτει αρκετές λέξεις για την επιθυμία, παθητική ή επιθετική (λαχτάρα, πόθος – καθώς και τις δάνειες πολιτογραφημένες νταλκάς, ντέρτι), όταν η επιθυμία είναι ερωτική. Έχει επίσης παρόμοιες λέξεις, πιο εξειδικευμένες, όταν η επιθυμία επικεντρώνεται εμμονικά σε λιγότερο πνευματικούς στόχους (φιλοδοξία, φθόνος, ζήλια). Και στις δυο περιπτώσεις μπορεί να οπλίσει το χέρι προς διεκδίκηση του σκοτεινού ή φωτεινού αντικείμενου του πόθου.

Εν προκειμένω, το χέρι του ποιητή (αυτό στο οποίο αναφέρεται ο Ελύτης λέγοντας: «Αγγίζεις το χέρι μου και στα σκότη λευκαίνεται»), το οπλίζει με γραφίδα ή έστω με πληκτρολόγιο.

Αυτός που γράφει ποίηση– όχι ευκαιριακά, αλλά εμμονικά- είναι, δυνάμει, ο δια ποίησιν σαλός (όπως ήταν και ο Πασκάλ δια Χριστόν σαλός). Κι αυτό, γιατί η επιθυμία, στην ευρεία της έννοια, είναι πάντα ερωτική – κι ο έρωτας μπορεί να τρελάνει: είτε είναι έρωτας προς υποκείμενο είτε προς αντικείμενο είτε, τέλος προς το όντως ον.

Αυτός που γράφει, κάποια στιγμή έχει δεχτεί σημάδι για την «αποστολή» του και, πολλές φορές έχει καταφέρει και να το αντιληφθεί. (Βεβαίως, ακόμα περισσότερες φορές πρόκειται για λάθος συναγερμό –αλλά αυτό κανένας δεν αντέχει ποτέ να το παραδεχτεί.)

Επί προσωπικού, έλαβα κι εγώ την κλήση για την κλίση μου, εικοσαετής περίπου και, νιώθοντας την ανάγκη να την ερμηνεύσω (;) να απολογηθώ (;) να δηλώσω αμέσως παρούσα (;) έγραψα πως, γράφοντας, επιθυμούσα «ν’ αφουγκραστώ / τη λαχτάρα μου να υπάρξω / που διακλαδίζεται / βαθιά / ραγίζοντας/ την πιο δυνατή λαχτάρα μου να υπάρξει / ο κόσμος»… Ήταν μια επιθυμία, μάλλον μια αίσθηση επιθυμίας, πολύ δυνατή και αληθινή - κι ας διατυπώνεται εδώ ως μικρή κρίση μεγαλομανίας ενός μικρού ανθρώπου…   

Όντως πιστεύω πως η επιθυμία του «να διατυπωθείς», να διατυπώσεις τα ανερμήνευτα σου σε ποιητικό κώδικα μπορεί να γίνει ακαταμάχητη. Και η περαιτέρω κωδικοποίηση των ανερμήνευτων είναι τόσο παράξενη επιθυμία.. Υπερβαίνει οπωσδήποτε το εγώ, γιατί η προέλευσή της είναι έξω και πάνω από εσένα.

Η ποίηση, είναι η βαθιά, αδιάγνωστη πολλές φορές, επιθυμία να προσεγγίσεις κάτι  ανέφικτο, είναι το μέσον για να ενωθείς με κάτι που μπορεί και να το αρνείσαι (το θείο) αλλά και το φθονείς και κατατείνεις σ’ αυτό. «…κι η ποίηση / είναι το καταφύγιο που φθονούμε…» έγραψε ο Καρυωτάκης.

Η ποίηση ως δημιουργία είναι σύμφυτη με την έννοια της επιθυμίας. Γιατί η επιθυμία είναι η κινητήρια δύναμη της δημιουργίας.

Ακόμα και ο πρώτος ποιητής, το εκτός αντίληψης και περιγραφής όντως ον, εκείνο που αναφέρεται ως Ποιητής των πάντων, ορατών τε και αοράτων, ακόμα κι εκείνο, διέπραξε την Δημιουργία εμφορούμενο και ωθούμενο από την επιθυμία «να υπάρξει ο κόσμος».

Και η ποίηση χθες, σήμερα και πάντα παραμένει επιθυμία «μίμησης πράξεως σπουδαίας και τελείας». Γιατί;

Διότι,

«Θεέ μου, εσύ με θέλησες / και, νά, στ’ ανταποδίδω…» έγραψε ο (άθεος) ποιητής Καρούζος.


Παυλίνα Παμπούδη

 

 

                                            female nude lying on her stomach
                                                                                      egon-schiele

 

Ποιήματα

 

Φωτιά χωρίς δαδί
     Α. Εμπειρίκος, ΑΙ ΓΕΝΕΑΙ ΠΑΣΑΙ

Γάτα στη σκάλα με χλιδή
Γατί μεσ' στο κρεββάτι σαν γυναίκα
Γυναίκα σαν γατί στο χάδι των χεριών μου
Χέρι που ξέρεις να γλυστράς
Όταν χαϊδεύεις των θηλυκών χωρών τα ρόδα
Σαν ρόδα καρρότσας που κυλά
Στα πέταλα των ρόδων και των ίππων
σαν προσευχή δερβίση που γοργογυρνά
Και τέλος εν εκστάσει πίπτει.

ΑΝΤΙ ΦΛΥΤΖΑΝΙΟΥ
     Α. Εμπειρίκος,  ΥΨΙΚΑΜΙΝΟΣ

Μια φίλη συνήντησε μιαν άλλη φίλη. Τα δεσμά που
συγκρατούσαν τα τζιτζίκια των ομφαλών τους λύ-
θηκαν σαν φρεσκοχυμένοι χάλυβες κ' οι δυό φίλες
        έγιναν μια πόρπη.

 

Παλατινή Ανθολογία V.252
     
Παύλος Σιλεντιάριος,  6ος αι. μ.Χ. 
                   (Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Ερωτικής Ποίησης, Ροές,
                                                                      μτφ. Γεωργία Παπαδάκη)
                                                            

Τα ρούχα ας τα πετάξουμε, κουκλίτσα μου,
μέλη γυμνά μ' άλλα γυμνά να μπερδευτούνε μέλη.
κι ανάμεσά μας, ας μην υπάρχει τίποτε.
γιατί εκείνο το λεπτό το ύφασμα επάνω σου,
ίδιο με της Σεμίραμης* μου φαίνεται το τείχος.
Τα στήθη μας ας ενωθούν, το ίδιο και τα χείλη.
Ωστόσο τ΄αλλα, ας τα σκεπάσει η σιωπή.
μισώ την αθυροστομία.

* Βασίλισσα των Ασσυρίων με την οποίαν εσφαλμένα ο ποιητής συνδέει
την επιβλητική οχύρωση της Βαβυλώνας. 

 

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης
 

Επέστρεφε 

Επέστρεφε συχνά και παίρνε με,αγαπημένη αίσθησις επέστρεφε και παίρνε με –
όταν ξυπνά του σώματος η μνήμη,
κ’ επιθυμία παληά ξαναπερνά στο αίμα•
όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται,
κ’ αισθάνονται τα χέρια σαν ν’ αγγίζουν πάλι.
Επέστρεφε συχνά και παίρνε με την νύχτα,
όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται…


Ηλίας Λάγιος

Μπαλάντα της δασκάλισσας όλων των γενεών
                                           
Το Βιβλίο της Μαριάννας, 1993 

 

— M’ έχει βαρύνει το ποτό κι απόψε.
Αυτή ’ναι η τελευταία μου παρτίδα.
— Δώσε μου τα χαρτιά. Μοιράζω. Κόψε.
Τσιπ. — Κι εκατό. — Κι άλλα εκατό. — Τα είδα.
— Διαβάσατε τί γράφει η εφημερίδα ;
Σκοτώσαν τη Γαβριέλλα· βράδυ Τρίτης.
Έφυγε για να βρει κι αυτή πατρίδα.
Να πάει στους ουρανούς με το μουνί της.
— Την πήδηξα. . . λοιπόν, το εξηνταδύο.
— Πεντακόσια. Για σκέψου, ήμουν παιδάκι
τότε. — Θα μπω. Σκαστός από τ’ Ωδείο
( η μάνα επέμενε να πάω )∙ λιγάκι
δείλιασα όταν πρωτόειδα το φωτάκι
κόκκινο και μουντό. Μα το κορμί της. . .
Θεέ μου, τώρα το λιώνει το σαράκι.
Μα ας πάει στους ουρανούς με το μουνί της.
— Εμπρός, συγκεντρωθείτε. Ανοίγω φύλλο.
— Πάσο. Κι εγώ το πρώτο μου γαμήσι
το ’κανα στης Γαβριέλλας. Μ’ έναν φίλο
τον Πέτρο. — Ρέστα μου. — Την έχεις στήσει.
Πάσο ταχέως. — Τα βλέπω. Κάποια δύση
την πήρα, του πενήντα. Νά, η μορφή της !
και ντάμες τρεις. Καρέ. Σ’ έχω κερδίσει.
Θα πάω στους ουρανούς μες στο μουνί της.
Κυρά των εκκλησιών και των μπουρδέλων,
σεβάσου την αρχόντισσα Γαβριέλλα∙
κι ευδόκησε στις τάξεις των αγγέλων
ν’ αριθμηθεί. Ως λαλεί μικρός προφήτης
και καταπαύει την επίγεια τρέλα,
να πάει στους ουρανούς με το μουνί της.

 

'Αννα  Αφεντουλίδου

Πείνα 2                               

 

Τα χαστούκια που του έριξε άνοιξαν το παράθυρο και πέταξαν μακριά. Άδικα τής κοκκίνισε το χέρι. Η καταχνιά πάνω στη λίμνη έσπρωχνε τα φύλλα από το κόκκινο σχεδόν στο μαύρο. Αν δεν έψαχνε για τσιγάρα ίσως να της φαινόταν και ρομαντικό. Η Στοά το βράδυ ήταν ασφυκτικά γεμάτη. Κορμιά κολλημένα σε παλιό ρυθμό.  Ο υπολογιστής μπλόκαρε και το γράμμα έμεινε μισό. Εξάλλου είχε καθυστερήσει σε έναν προηγούμενο αιώνα.

Α, η ξανθιά σκύλα ήταν ό,τι ακριβώς χρειαζόταν. Μακριά πόδια, αιχμηρά τακούνια και πρόστυχο φόρεμα. Η τουαλέτα χτισμένη πάνω στο διάφανο κρύσταλλο. Ο ίλιγγος του υπογείου. Της έμπηξε κόκκινα τα νύχια στην πλάτη. Κι εκείνη τής έμαθε το φιλί της χήνας. Τα χείλη της σίγουρα σήμερα θα είναι ελαφρώς πρησμένα. Ανακουφίστηκε για λίγο. Μέχρι να ορμήσει πάλι η πείνα∙ της επιθυμίας∙ θηρίο που σού τρώει τα σωθικά.

 

© Poeticanet  τα περιεχόμενα του poeticanet προστατεύονται από copyright

 

 

 

 

 

 

 

 

                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                           


Ημ/νία δημοσίευσης: 19 Νοεμβρίου 2018