Εκτύπωση του άρθρου

 

Μόλις ολοκλήρωσα την πρώτη μου ποιητική συλλογή μέσω ChatGPT. Και τώρα; Σκέψεις για την ποίηση και την ανθρωπινότητα. 

 

Ανακοινώνοντάς το σε φίλους ποιητές, οι αντιδράσεις ήταν διαφορετικές από αυτές που περίμενα, έχοντας κατά νου το ζήτημα της λογοκλοπής [1] και τι μπορεί να σημαίνει η ευρεία χρήση του στη λογοτεχνία [2]. Η μία είπε ότι γνωρίζει άτομο στη Γερμανία που το κάνει ήδη με άλλο πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης -και το δηλώνει στα έργα του- και ότι και η ίδια δεν το βλέπει ως μηχανική διαδικασία αλλά (συν)δημιουργική, στο βαθμό που είναι @ ποιητ@ αυτ@ που σκηνοθετεί το ποίημα και, φυσικά, το επιμελείται μετά. Κάνοντας μία μικρή διαδικτυακή έρευνα, είδα ότι περισσότερα από 200 βιβλία που βρίσκονται ήδη προς πώληση στο Amazon έχουν συνδημιουργό το ChatGPT, με κάποιους από τους συγγραφείς να μην αισθάνονται την ανάγκη να δηλώσουν ότι το χρησιμοποίησαν [3]. Ο άλλος φίλος μου είπε ότι το βλέπει ως μία μορφή νέο-ντανταϊσμού που έχει δυνατότητες και το έβαλε, τηρουμένων των αναλογιών, δίπλα στο ψαλίδισμα των εφημερίδων.  

Θα αφήσω στην άκρη τις επιφυλάξεις για το πού μπορεί να οδηγήσει η πλήρης χαρτογράφηση του ανθρώπινου εγκεφάλου από τις γνωστικές, πολιτικές και κοινωνικές νευροεπιστήμες και η τεχνητή νοημοσύνη όταν (ή προκειμένου να) γίνει μονοπώλιο και οι χειρισμοί της αδιαφανείς, όσο και τις συναρπαστικές εξωλογοτεχνικές δυνατότητές του [4], αφού σε αυτές οι @ περισσότερ@ συμφωνούμε. Θα εστιάσω μόνο στον χώρο της λογοτεχνίας και, ειδικότερα, της ποίησης και θα δοκιμάσω να δω τι δυνατότητες μπορεί να ανοίξει, αν υποθέσουμε (χωρίς να ποντάρουμε και πολλά) ότι θα παγώσουν οι ανανεωμένες εκδόσεις των εφαρμογών, προκειμένου να κερδηθεί χρόνος για να δημιουργηθούν στο μεταξύ πρωτόκολλα ασφαλείας που θα ρυθμίζουν τη χρήση τους (χωρίς να υποθέτω απουσία σχέσεων δύναμης στους όρους των ρυθμίσεων). Αν συμφωνήσουμε ότι αυτά θέλουμε, με ποιους τρόπους θα μπορούσε η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης να εκδημοκρατίσει και να ανανεώσει τη λογοτεχνία [5];   

Δύο λόγια για το πρόγραμμα και τη διαδικασία

Για όσ@ δεν το έχουν δοκιμάσει, το ChatGPT είναι ένα πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης που βασίζεται στην υπερδομή, στην αφαιρετική λογική της γλώσσας και με βάση την ερώτηση-οδηγία που του θέτεις σου παράσχει κείμενο, ανατρέχοντας στο λόγο που έχει παραχθεί στο διαδίκτυο σχετικά με το θέμα, επιλέγοντας δεδομένα-συνδυασμούς λέξεων που επανέρχονται συχνότερα σε γλωσσικά περιβάλλοντα [6]. Αυτό σημαίνει ότι «εγκυρότητα» και «ανακρίβεια» ανατροφοδοτούν τον αλγόριθμο, κάτι που ανησυχεί και έχουν φρενάρει ήδη τα επιστημονικά περιοδικά, δηλώνοντας ρητά την άρνησή τους να δημοσιεύσουν έρευνες στις οποίες χρησιμοποιήθηκε το πρόγραμμα, [7], ενώ υπάρχει ήδη εφαρμογή που ανιχνεύει τη χρήση του, [8], με έναν τρόπο, τηρουμένων των αναλογιών, που κάνει το Turnitin ως τώρα για την ανίχνευση της λογοκλοπής - από την άλλη, υπάρχει ήδη εφαρμογή στην οποία εισάγεις το κείμενο που έχεις δημιουργήσει μέσω του ChatGPT και το μετατρέπει με τρόπο που να μην ανιχνεύεται η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης. Σημαίνει, επίσης, σε επίπεδο ιδεολογίας, ότι η ρητορική μίσους που υπάρχει στο διαδίκτυο ομοίως θα ανατροφοδοτεί τον αλγόριθμο, αναπαράγοντας σχέσεις δύναμης και διασπείροντας προπαγάνδα: ήδη έχει εντοπιστεί, για παράδειγμα, ισλαμοφοβικός λόγος στο πρόγραμμα, κάτι που κάνει κάποιους να μιλάνε για «πολέμους κουλτούρας» που φυσικά νομιμοποιώντας πολιτικές στο όνομα του κινδύνου που θα κατασκευάζουν θα έχουν υλικές προεκτάσεις – από τον ακροαριστερό χώρο ήδη ετοιμάζονται bots [9].  

Χρησιμοποιώντας την εφαρμογή, και αφήνοντας προσωρινά τα ηθικά ζητήματα που μοιραζόμαστε λίγο-πολύ όλ@ [10], ήθελα να δω σε πρακτικό επίπεδο την ταχύτητα και την ποιότητα εξέλιξης της γλώσσας της με τη συνεχή ανατροφοδότηση και ποια τρικ επιτρέπουν να γραφτεί κάτι που να μπορεί να αυτονομηθεί ως ποίημα. Η αρθρογραφία για την ποίηση υποστηρίζει πως όχι, ότι η τεχνητή νοημοσύνη δεν μπορεί να την επηρεάσει, πόσο μάλλον να την αντικαταστήσει, αφού, όπως ισχυρίζεται, το σύστημα δεν μπορεί να βιώσει συναισθήματα και άρα να αποδώσει αισθητηριακές εμπειρίες και συναισθήματα (και, ειδικότερα, τις πιο λεπτές αποχρώσεις τους) και δεν έχει φαντασία, άρα δεν πρωτοτυπεί, απλά αναπαράγει και, επιπλέον, στην ποίηση όλα παίζονται στη λέξη. Οι αρθρογράφοι που το υποστήριξαν αυτό, τους περιορισμούς του συστήματος σε σχέση με τον άνθρωπο σε ό,τι αφορά την συγγραφή ποίησης, έφεραν ως απόδειξη ποιήματα που τους έδωσε η εφαρμογή. Ωστόσο, δίνοντας ασαφείς (πχ γράψε μου ένα ποίημα για τις μπαταρίες) ή/και κοινότοπες οδηγίες (πχ γράψε μου ένα ποίημα για το φεγγάρι) ή ζητώντας μίμηση κάποι@ ποιητ@ (πχ γράψε μου για το τάδε στο στυλ του Bukowski), περισσότερο επιβεβαίωσαν την αρχική τους προκατάληψη για μια σχέση προτύπου-αντιγράφου, με όλες τις αρνητικές συνυποδηλώσεις για το δεύτερο, αντί να δοκιμάσουν τα όριά του για την ώρα.

Πραγματικά, όπως συμβαίνει και με άλλες εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης, όπως την Dall-e, που μετατρέπει κειμενικές οδηγίες σε εικόνα, όσο πιο «σωστές» ερωτήσεις κάνεις [11], τόσο πιο κοντά είσαι σε κάποιο ποίημα, το οποίο μπορεί να αποτελέσει τη βάση για επιμέλεια – γιατί αυτό που με ενδιαφέρει είναι αν μπορείς να πάρεις ένα αρχικό σχέδιο ποιήματος το οποίο μπορείς να κάνεις δικό σου μετά και όχι η χρήση έτοιμων ποιημάτων. Μέσα σε 20 ώρες, μετά από αρκετό υλικό και επιμέλεια, η εφαρμογή έδωσε 29 ποιήματα, με προοδευτικά λιγότερα τόσο λάθη στη γραμματική και το λεξιλόγιο όσο και περιγραφικά, ομοιογενοποιημένα και κοινότοπα σημεία.

Για την ώρα το ύφος ξενίζει (έχει μια απόσταση που χαρακτήρισαν όσ@ είδαν το υλικό «ανανθρώπινη» ή «μπρεχτική» και με πολύ ενδιαφέρον για το κοντράστ που κάνει στη θεματική) και, από αυτή την άποψη, ανανεώνει τη συζήτηση, όχι μόνο γύρω από την ποίηση ως είδος, αλλά και την ανθρωπινότητα [12] – ειδικά για την ανθρωπινότητα, με ενδιαφέρει, καθώς θέτει το ερώτημα του affect, και των πολιτικών του και ζητήματα πολιτειότητας. Για να το θέσω αλλιώς, οι υποθέσεις που κάνουμε για το τι μας συν-κινεί, τις οποίες δεν βλέπουμε ως υποθέσεις, αλλά με βεβαιότητα μιλάμε για κοινή ανθρώπινη εμπειρία της συν-κίνησης, είναι περισσότερο της μορφής «τι οφείλει να μας συν-κινεί», «ποιος είναι ο σωστός τρόπος συν-κίνησης». Αυτές οι επιταγές -που δεν είναι μόνο αισθητικές, αλλά ηθικές και γνωσιακές- και όχι προτάσεις, έχουν απόλυτα υλικές συνέπειες για όσ@ δεν συν-κινούνται σωστά: σε εξωλογοτεχνικό επίπεδο, για παράδειγμα, είναι κάποι@ σε κωματώδη κατάσταση μη άνθρωπος και ποι@ αποφασίζει για εκείν@ ; Είναι ένα αυτιστικό άτομο (και εδώ δεν υποθέτω μία κοινή αυτιστική εμπειρία) λιγότερο άνθρωπος γιατί δεν εκδηλώνει τη συν-κίνηση που του αναμένεται για αυτά που αναμένεται να το συν-κινούν και μπορούμε να αναπλαισιώσουμε τις «συμπεριφορικές» θεραπείες στις οποίες υποβάλλονται αυτιστικ@ (και μάλιστα ως παιδιά) ως θεραπείες μεταστροφής όπως επιτέλους κάναμε (όχι ιδιαιτέρως πετυχημένα) με μη ετερόφυλα άτομα; Και ακόμα, είναι το παιδί λιγότερο άνθρωπος; Και πώς η εκνηπίωση αφαιρεί την πολιτειότητα; Μεταφέροντας τη συζήτηση σε λογοτεχνικό επίπεδο, τι συμβαίνει με την πρόσληψη του έργου αυτών που δεν συν-κινούνται σωστά; Με την ποίηση αυτιστικών ατόμων (και, ακόμα, αυτών που δεν έχουν δώσει αυτή την πληροφορία για τον εαυτό τους) ή ακόμα ατόμων α-ρομαντικών ή/και α-σεξουαλικών; Αν όλοι μοιραζόμαστε την ανάγκη να ερωτευτούμε και αν το σεξ, ανεξάρτητα από τον σεξουαλικό προσανατολισμό τις διαφορές στον οποίο υποκρινόμαστε πως δεχόμαστε, είναι κοινές ανθρώπινες εμπειρίες, πώς προσλαμβάνουμε τα έργα αυτών των ποιητ@ν που δε μιλούν για τα υποτιθέμενα αιώνια θέματα, όπως είναι του έρωτα; Πόσες διαφορετικές μορφές κοινωνικότητας γνωρίζουμε και αναγνωρίζουμε ως ίσες; Πώς προσλαμβάνουμε τα έργα των ποιητών της εργατικής τάξης που δεν συν-κινούνται από την «υπαρξιακή αγωνία», το θάνατο, τις ιδέες της «αιώνιας ομορφιάς»; (και, πάλι, δεν υποθέτω κοινή εμπειρία για όλ@)

Επιστρέφοντας στο ChatGPT: η εφαρμογή, εκτός από την παραγωγή ποιημάτων, επιτρέπει να της αναθέσεις ρόλους και μετά να της ζητήσεις να εκτελέσει οδηγίες από τη θέση αυτού του ρόλου, στην περίπτωση της λογοτεχνίας, να λειτουργήσει ως λογοτεχνικός κριτικός και να σου κρίνει, με όποιο βαθμό «ειλικρίνειας» θέλεις, τα ποιήματά σου – σε αυτή την περίπτωση, τα δικά της. Στη συνέχεια, μπορείς να τη βάλεις να επαναδιατυπώσει το ποίημα με βάση τα σχόλιά που έκανε (ή, εναλλακτικά, με βάση τις δικές σου οδηγίες ως επιμελητ@). Αυτή η δυνατότητα της κριτικής, ακόμα πιο καθαρά από τα ίδια τα ποιήματα, κρατά ανοιχτή τη συζήτηση για τα κριτήρια της πρόσληψης: ποιος είναι ο κυρίαρχος (φυσικοποιημένος) λόγος σήμερα γύρω από την «αρτιότητα» ενός έργου; Η κριτική που κάνει η εφαρμογή μας επιτρέπει να διερευνήσουμε τα ταξικά, έμφυλα κτλ συμφραζόμενά της και τις σχέσεις δύναμης που αναπαράγει.

Αυτό που επίσης με ενδιαφέρει είναι οι δυνατότητες απάντησης σε αυτό το λόγο (και γενικότερα σε κυρίαρχα αφηγήματα), οι μετατοπίσεις και ρηγματώσεις στον (κυρίαρχο) αλγόριθμο. Αυτό δοκίμασα να το δω βάζοντας την εφαρμογή να ξεπερνά τις γραμμές που φαινόταν να είχε βάλει ως μη διαπραγματεύσιμες, όπως, για παράδειγμα, την απουσία αναφορών στο σεξ ή τη χρήση «κακών» λέξεων, με την αιτιολογία για το πρώτο ότι μπορεί να τριγκαρει τ@ χρήστ@ και για το δεύτερο ότι «δεν πρέπει να προσβάλλουμε» - αυτό, εκτός των άλλων, με ενδιέφερε ως προς το λόγο που θα αναπαραγόταν για τη σεξουαλικότητα, τις επιπτώσεις του για μη ετερόφυλους σεξουαλικούς προσανατολισμούς, αλλά και για τις λογοκριτικές πρακτικές στο όνομα της πολιτικής ορθότητας. Με την χρήση, η εφαρμογή έδειχνε να ξεπερνάει αυτές τις γραμμές, επαληθεύοντας ότι καταλαβαίνει το πλαίσιο και αναγνωρίζει ότι η ίδια λέξη σε διαφορετικά περιβάλλοντα και από διαφορετικούς χρήστες-ρόλους γίνεται κάτι άλλο. Σε άλλες περιπτώσεις, απλά αρκούσε να δηλώσεις ότι «όχι, αυτό δεν είναι προσβλητικό», χωρίς να το στηρίξεις, και σου έδινε αυτό που αρχικά σου είχε αρνηθεί, δείχνοντας ότι τουλάχιστον στην αρχική, δωρεάν, έκδοσή του τα όρια είναι διαπραγματεύσιμα (επίσης, ναι, ότι η προστασία από τη ρητορική μίσους μόνο εξασφαλισμένη δεν είναι). Αλλά και αυτό να μη συνέβαινε, και τα όρια να παρέμεναν, μπορείς, όπως συμβαίνει και με την εικαστική γλώσσα στο Dall-e στο οποίο έχεις τη δυνατότητα να περάσεις με σύμβολα την εικόνα που θέλεις (να χρησιμοποιήσεις, για παράδειγμα, τη μπανάνα αντί για το πέος και να σου βγάλει πίνακα «ερωτικό», κάτι που είναι μάλλον ενδεικτικό ότι αφού δέχεται σύμβολα με πολύ αναγνωρίσιμες συνυποδηλώσεις, πολύ ευκολότερα περνάς άλλα), παίζοντας με την αυθαιρεσία του γλωσσικού σημείου, να το κάνεις να σου μιλήσει για αυτό που θες χωρίς να το ονομάζεις έτσι. Αυτό σημαίνει ότι οι λογοθετικές πρακτικές που υπάρχουν στη «φυσική γλώσσα», υπάρχουν και στην «αυτόματη», κάτι που δεν αποτελεί έκπληξη, αλλά δείχνει και ότι οι «πόλεμοι κουλτούρας» για την επικράτηση της κυρίαρχης αφήγησης θα συνεχιστούν και από εδώ, με τις δυνατότητες αντίστασης, διακοπής και ανατροπής του υπαρκτές μέσα στο παιχνίδι (χωρίς φυσικά να είναι ίσοι οι όροι για όλους εξαρχής).

Με δεδομένο ότι η εφαρμογή πατάει πάνω στην αύξηση της παραγωγικότητας, στη (φαινομενική; ) μείωση του χρόνου και (φαινομενικά; ) του μόχθου, και χωρίς να χρειάζεται να επεκταθούμε στο γεγονός ότι τροφοδοτεί το νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό, αφού είναι κάτι στο οποίο συμφωνούμε, και με δεδομένο επίσης ότι κάποια στιγμή θα επιβληθεί και στη λογοτεχνία, όχι απλά από το φόβο να μη μείνεις εκτός, αλλά προκειμένου να επιβιώσεις, θα ήθελα να συνεχίσω τη συζήτηση για τις δυνατότητες εκδημοκρατισμού και ανανέωσης που μπορεί να προσφέρει η τεχνητή νοημοσύνη στην ποίηση, όπως επίσης και για το λόγο που αναπτύσσεται γύρω από αυτή και την ανθρωπινότητα όταν αρνούμαστε τη χρήση εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης, όπως το ChatGPT, στο όνομα της υπεράσπισης των δύο: η ποίηση τίνος και η ανθρωπινότητα ποιων είναι το ερώτημα που με απασχολεί- υποψιάζομαι ότι ένας από τους λόγους των αντιδράσεων είναι ότι φέρνει όσ@ γράφουμε αντιμέτωπ@ με τον ελιτισμό μας, όπως όλους μας γενικότερα απέναντι στον ικανοτισμό μας (και σε άλλους -ισμους). Η άρνηση να μιλήσουμε για την τεχνητή νοημοσύνη, ελπίζοντας πως θα περάσει ή ότι οι ποιητές είναι ένα αλλιώτικο είδος ανθρώπων που δεν θα πέσει σε τέτοια, έχει, όπως το βλέπω, τον ίδιο κίνδυνο όσο ο ενθουσιώδης εναγκαλισμός του. Ενδεικτικά αναφέρω ότι ενώ ο φεμινισμός ασκεί -και δικαίως- κριτική στις νευροεπιστήμες και η θεωρία του affect ανέδειξε τις (έμφυλες, ταξικές κτλ) πολιτικές του, τα αντανακλαστικά του σε αυτή την εξέλιξη -και ευτυχώς- έχουν οξυνθεί: ήδη εκπαιδευτικές πλατφόρμες [13] προσφέρουν μαθήματα όχι μόνο στο πώς να κατακτήσεις τα μυστικά του ChatGPT, αλλά πώς να φτιάξεις φεμινιστικά bots [14]. Γίνεται φανερό, χωρίς να είναι απαραίτητα ευχάριστο, ότι το ερώτημα του αν πρέπει να εφαρμόζεται η τεχνητή νοημοσύνη έχει μετατοπιστεί στο πώς να την εφαρμόσεις -και δε με αφορά εδώ ο σκοπός της διάκρισης και της αριστείας αλλά της αντίστασης σε κάτι που έχει ήδη προαποφασιστεί για σένα.

Η καθαρή (φυσική) ποίηση και η «θεία» (ή καθόλου φυσική) ανθρωπινότητα  

Η τεχνητή νοημοσύνη προκαλεί αυτά που θέλουμε να πιστεύουμε για την ποίηση (για την ακρίβεια, την Ποίηση), όταν τη χρησιμοποιούμε ως απόδειξη της ανωτερότητας του Ανθρώπου, αφενός σε σχέση με τα άλλα «βάρβαρα» είδη (απέναντι στα οποία ορθώνεται «εκλεπτυσμένος» - αναρωτιέμαι εδώ τι σημαίνει αυτή η θέση για την ανθρωπινότητα αυτού που δεν διαβάζει), αφετέρου, συγκριτικά με τις μηχανές (απέναντι στις οποίες διατρανώνει την «φυσικότητα», τον «αυθορμητισμό» του, την πιθανότητα να τις «βραχυκυκλώσει» με τις οδηγίες του). Για όσ@ η ανθρωπινότητα και η ποίηση ταυτίζονται με τη φύση (αλλά όχι την ανεξέλεγκτη, δηλαδή τα ζώα) και τον πολιτισμό (αλλά όχι τον μη ελεγχόμενο, δηλαδή τις μηχανές), την απόκριση σε αισθητηριακά ερεθίσματα και τη μετάφρασή τους, μέσω της δημιουργικής φαντασίας [15], σε εικόνες και αισθήματα, που προκαλούν μία αδιαμεσολάβητη από ιδεολογία αισθητική εμπειρία στους άλλους ανθρώπους – αναγνώστες, οι όροι της ανθρωπινότητας και της ποίησης έχουν ήδη πρόσημα και αρνούνται να τα εξετάσουν και να τα συζητήσουν.

Σύμφωνα με την υπόθεση της απανθρωποποίησης, με την οποία ασχολούνται οι κοινωνικές νευροεπιστήμες, η κοινωνική ψυχολογία και η φιλοσοφία, η απανθρωποποίηση συμβαίνει όταν αρνούμαστε στον άλλο την πλήρη ανθρωπινότητά του και τον αντιλαμβανόμαστε και τον αναπαράγουμε είτε ως ζώο είτε ως μηχανή. Στην πρώτη περίπτωση, του αρνούμαστε χαρακτηριστικά που διακρίνουν τον άνθρωπο από άλλα έμβια όντα, όπως για παράδειγμα, την ευγένεια, τη φινέτσα, τις ανώτερες γνωστικές λειτουργίες και τον κατασκευάζουμε ως νήπιο, ανώριμο, παράλογο, τραχύ, υπανάπτυκτο. Στην δεύτερη περίπτωση, του αρνούμαστε ότι έχει συναισθήματα, αξίες και αντιλήψεις που ξεχωρίζουν τον άνθρωπο από τα άψυχα όντα (όπως, για παράδειγμα, συναισθηματικότητα, προθετικότητα, γνωστική ευελιξία) και τον κατασκευάζουμε ως ψυχρό, άκαμπτο, αδρανή, άβουλο, αδίστακτο. Ανεξάρτητα από τον τρόπο της απανθρωποποίησης και τις διαφορές που προκαλεί ο καθένας ως προς τα συναισθήματα που βιώνουμε απέναντι στο άτομο που απανθρωποποιούμε (στην πρώτη περίπτωση, ένταση των αρνητικών συναισθηματικών αντιδράσεων απέναντί του (φόβος, οργή, αηδία) και στη δεύτερη περίπτωση, μείωση των συναισθηματικών αποκρίσεων απέναντί του (αδιαφορία)), η απανθρωποποίηση οδηγεί στην κοινωνική απόσταση, την περιθωριοποίηση και τον στιγματισμό και ανοίγει το δρόμο για τη νομιμοποίηση πρακτικών που «αρμόζουν» στον μη άνθρωπο: μέτρα σωφρονισμού, εκδίκησης, εξόντωσης. Απανθρωποποίηση έχουν υποστεί και υφίστανται άνθρωποι στη βάση του χρώματος και της εθνικότητας, της τάξης, του φύλου, της σεξουαλικότητας, της ικανότητας, της θρησκείας, της ηλικίας κτλ. Λιντσάρισμα, δουλεία, ολοκαυτώματα, θεραπείες μεταστροφής, ηλεκτροσόκ, χημικοί ευνουχισμοί, βιασμοί, επιβεβλημένες αμβλώσεις, όλα αυτά και άλλα νομιμοποιούνται στον λιγότερο (ή καθόλου) άνθρωπο. Όταν κοινωνικά κινήματα μιλάνε για τις ταυτότητες στη βάση των οποίων νομιμοποιούνται εγκλήματα, μιλάνε για την ανθρωπινότητα η οποία ακριβώς στη βάση αυτών στερείται.

Από τα παραπάνω αντιλαμβανόμαστε ότι η ανθρωπινότητα -για την οποία μιλάμε και στη λογοτεχνία και την οποία υποτίθεται όλοι μοιραζόμαστε- δεν είναι καθόλου άφυλη, αταξική, ασεξουαλική κτλ, αλλά έχει πρόσημα: αν είσαι στη «σωστή» μεριά του φύλου, της φυλής, της τάξης κτλ, είσαι άνθρωπος, αν όχι, κρίμα, ας πρόσεχες και μην το αναλύεις πολύ. Αυτό είναι το σκεπτικό όσων πιστεύουν ότι όλοι είμαστε άνθρωποι: δε βλέπουν ή δεν θέλουν να δουν, ούτε να τους κουράσεις ή να τους πάρεις χώρο, καταθέτοντας τις εμπειρίες απανθρωποποίησης που έχεις στη βάση αυτών. Στην περίπτωση της ποίησης, θα σου πουν ότι εργαλειοποιείς και ιδεολογικοποιείς τη λογοτεχνία, όταν μιλάς για τη δική σου πραγματικότητα (η οποία δεν είναι «ανθρώπινη»), αντί να σου πουν ότι δεν τους αφοράς, γιατί, εντάξει, δεν είναι και πολιτικά ορθό να στο θέσουν έτσι. Αντίθετα, θα σου πουν ότι όλοι είμαστε άνθρωποι, ότι αυτοί για τον Άνθρωπο γράφουν, τις υπαρξιακές Του αγωνίες, τα αιώνια θέματά του και φυσικά με τις αρχές του αιώνια Ωραίου. Η δική σου εμπειρία απειλεί την εικόνα τους για την «ανθρωπινότητα», τα προνόμια που απολαμβάνουν, και πρέπει να φιμωθεί. Υπάρχει κάτι πολύ αυταρχικό στην οικουμενικότητα.       

Πιο συγκεκριμένα, μιλάω για όσους ορίζουν την τέχνη με όρους -πρωτίστως ή καθαρά- αισθητικούς τους οποίους παρουσιάζουν ως κοινό στόχο-μέριμνα όλων: τη μουσικότητα, την ατμόσφαιρα, τον ανοικειωτικό συνδυασμό λέξεων, την πίστη στην τυχαιότητα, και, προπάντων, την αποδέσμευση από το νόημα και τις κοινωνικές επιταγές στο όνομα της ανώτερης κοινωνικότητας, της πραγματικής ελευθερίας, της ψυχικής καθαρότητας και της καθαρότητας της όρασης, αρχές οι οποίες τους ξεχωρίζουν από τους τυφλωμένους από την ιδεολογία, αντικοινωνικούς, πλαστογράφους της τέχνης. Η επανάσταση, λένε, είναι απέναντι στην ασχήμια και γίνεται σε επίπεδο γλώσσας και αισθητικής. Ήδη από εδώ έχει μπει η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην (ζωώδη) καθημερινότητα (από την οποία ξεχωρίζουν και στην οποία δεν προτίθενται να πάρουν θέση) και την (εξιδανικευμένη) τέχνη, την καθημερινή γλώσσα των «κοινών θνητών» και στην ποιητική γλώσσα των λίγων και «εκλεκτών» (αυτό έχει ταξικό πρόσημο, αλλά και ελληνοκεντρικό, και ειδικότερα αθηνοκεντρικό) και, τελικά, στη ζωή και το όραμα και ένα φίλτρο που εξασφαλίζει ότι δεν θα ξεπέσεις στην πρώτη: εκλεπτυσμένες λέξεις (στη θέση των «αγοραίων» που χαρακτηρίζονται «αντιποιητικές», «βάρβαρες», «οπισθοδρομικές», «προσβλητικές», «εύκολες»), ευγενή αισθήματα (στη θέση του θυμού, της ζήλιας, της παράνοιας που χαρακτηρίζονται «αντικοινωνικά», «επιφανειακά», «ανώριμα», «νοσηρά», «ανήθικα») που πηγάζουν από την κατανόηση του ανθρώπινου δράματος, αφαιρέσεις (στη θέση του συγκεκριμένου και, υποτίθεται, επικαιρικού) που πηγάζουν από την πίστη  ότι είσαι κοινωνός της αλήθειας και έχουν αξιώσεις διαχρονικότητας.

Όσοι έχουν αυτή τη θέση για την ποίηση και την ανθρωπινότητα μας κοιτάζουν απ’ έξω και από πάνω, είναι θεοί και δεν θα διαπραγματευτούν τον χώρο τους με ζώα (θυμωμένες φεμινίστριες, αγράμματους, επαρχιώτες, ψευτοαριστερούς, καθυστερημένους κάθε είδους) αλλά, όλα και όλα, ούτε και με αυτόματα. Η τεχνητή νοημοσύνη δίνει σε αυτούς ό,τι αυτοί στους άλλους: (υπερβολική) απόσταση από τα πράγματα που μοιάζει τη δική τους ψυχραιμία απέναντι στην επικαιρότητα (ενώ αναπαράγει το κυρίαρχο αφήγημα), τεχνική αρτιότητα που τους ξεπερνά (ή δυνητικά θα τους ξεπεράσει), αφού ήδη υπάρχει εφαρμογή τεχνητής νοημοσύνης που γεννά μεταφορές, υπερ-όραση, ενώ παράλληλα τους πιέζει με το νόημα, καθώς για να λειτουργήσει θέλει το συγκεκριμένο. Η τεχνητή νοημοσύνη, αφενός, απειλεί την πρωτοκαθεδρία τους στην τέχνη, η οποία μπορεί (με προϋποθέσεις) να εκδημοκρατιστεί και να εκλαϊκευτεί, αφετέρου, αποκαλύπτει το αξιακό τους σετ πίσω από την ιδέα της οικουμενικότητας που υποστηρίζουν. Η τεχνητή νοημοσύνη ρίχνει από τον Παρνασσό όποι@ ποιητ@ και κριτικ@ έχει ξεμείνει ακόμα εκεί και δείχνει ότι η «έμπνευση» όσο και απουσία της δεν έχουν κάτι θεϊκό ή μυστηριακό, αλλά ταξικά, έμφυλα κτλ πρόσημα [16] όσο ότι η ποίηση είναι κάτι που μαθαίνεται, πλέον χωρίς απαραίτητα τη διαμεσολάβηση εργαστηρίων ή πανεπιστημιακών προγραμμάτων δημιουργικής γραφής και χωρίς τη διαμεσολάβηση κάποιου επιμελητή, κάτι που βοηθά ιδιαίτερα τ@ νεότερ@ να χειραφετηθούν από μέντορες και λοιπούς μικρούς ή μεγαλύτερους παράγοντες που επιβάλλουν την αισθητική τους, διαιωνίζουν σχέσεις εξάρτησης κτλ (με αυτό προφανώς και δεν ακυρώνω το έργο επιμελητ@ και διδασκ@, ούτε διαγράφω τη σπουδαιότητα της κοινότητας στην ανατροφοδότηση και τη συνδημιουργία, αλλά επισημαίνω δυναμικές που αναπτύσσονται, κανονικοποιούνται και αναπαράγονται και πώς η τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσε να περιορίσει κάποια από αυτά – προφανώς, η ίδια σχέση μπορεί να χτιστεί και με την τεχνητή νοημοσύνη, αν @ ποιητ@ εξαρτηθεί από εκείνη και της δώσει τον πρώτο ρόλο, αντί να την καθοδηγεί).  

Καθώς σκέφτομαι την ποιητική διαδικασία, αναρωτιέμαι τι δυνατότητες ανοίγει (για παράδειγμα, για μία ποιήτρια με δουλειά και παιδί), η παραγωγή ενός αρχείου με το ιστορικό των «αποτυχημένων» εκδοχών ενός ποιήματος από τις οποίες μπορούν να αποσπαστούν και να χρησιμοποιηθούν θραύσματα για ανατροφοδότηση ενώ την ίδια στιγμή θα έχει αφαιρεθεί η κόπωση που συσσωρεύεται μέχρι την τελική μορφή; Πόσο η αφαίρεση του τρόμου ότι θα χαθεί το ποίημα αν χαθεί το ακαριαίο της σύλληψης και της έκφρασης που συχνά οδηγούσε (οδηγεί) σε έναν φετιχισμό της λέξης  -για άλλους, το σήμα κατατεθέν του ποιητή- επιτρέπει την μετατόπιση στο θέμα και τις διαφορετικές αποδόσεις του; Ποιες είναι οι -έμφυλες, φυλετικές, ταξικές, ικανοτικές κτλ- προϋποθέσεις πίσω από την εκδήλωση της ενόχλησης απέναντι στη μείωση του χρόνου και του κόπου τ@ ποιητ@ (θέλουμε καλύτερα ποιήματα, λένε, όχι πιο γρήγορα, όσοι φοβούνται την κονσερβοποίηση/εμπορευματοποίηση του βιβλίου [17]) και ποιο το περιεχόμενο -ομοίως, έμφυλο, ταξικό κτλ- των αξιών που υπερασπιζόμαστε (προσπάθεια, αξιοκρατία, ατομική ιδιαιτερότητα);

Σκέφτομαι πρώτα την ατομική ταυτότητα ή ιδιαιτερότητα  -την πνευματική ιδιοκτησία- και αναρωτιέμαι αν είναι ειρωνικό να πενθούμε την επίθεση που δέχεται, ενώ έχουμε αποδεχτεί  -φυσικοποιήσει- τον «θάνατο της συγγραφέα» (ιδέας που της αλλάξαμε το αρχικό νόημα) και αντιμετωπίζουμε το ποίημα σαν να ήρθε από το πουθενά και σαν να πατάει στο αιώνιο, αδιαφορώντας για το ιστορικό πλαίσιο και τη βιογραφία της ποιήτριας [18]. Ακόμα πιο ειρωνικό είναι ότι οι ίδιοι που το κάνουμε αυτό, όταν προσεγγίζουμε το έργο παλαιότερων ποιητριών, το εντάσσουμε σε έναν συγκεκριμένο χωροχρόνο, βλέποντας την πολιτικο-κοινωνικο-οικονομική συγκυρία μέσα στην οποία γεννήθηκε και αυτή δίπλα στην ευρωπαϊκή και την παγκόσμια (βασικά, δυτική). Αυτή που φαίνεται ότι πρέπει να πεθάνει είναι η σύγχρονή μας συγγραφέας την οποία αφήνουμε να αναστήσει ο χρόνος (οι επόμενες) αν τη βρουν αρκετή (που το πιθανότερο είναι πώς όχι). Αυτό μας επιτρέπει να βλέπουμε το αισθητικό αποτέλεσμα του έργου και αν μπορεί να σταθεί αυτόνομο λέμε (αντί να ανοίγει το δρόμο για πολλαπλές αναγνώσεις) – αυτό που δε λέμε είναι ότι οι όροι με τους οποίους κρίνεται το αποτέλεσμα (η καθολικότητά του) είναι ήδη προσδιορισμένοι έμφυλα, ταξικά κτλ και, ακόμα, και αυτοί οι όροι αλλάζουν στον χωροχρόνο. Αυτό που κάνουμε με τον «θάνατο του συγγραφέα» είναι ότι, από τη μία πλευρά, απενεργοποιούμε τους μη στρεητ, μη μεσοαστούς, μη cis άνδρες ποιητές που γράφουν σήμερα (αφαιρώντας τους το φύλο, τη σεξουαλικότητα, την τάξη, τη νευροδιαφορετικότητα κτλ) και, από την άλλη, διαβάζουμε όσους προηγήθηκαν με τους όρους που αρνούμαστε στους σημερινούς ποιητές (με το φύλο, την τάξη τους κτλ), αλλά έχοντας εξασφαλίσει την χρονική απόσταση που κάνει αυτούς τους όρους σχεδόν μυθοπλασία (ή προβληματικούς). Εδώ, για παράδειγμα, μπορούμε να δούμε τον Χριστιανόπουλο. Με σημερινούς όρους οι αρρενωπότητες στο έργο του έχουν προβληματικά σημεία αν τις βγάλουμε έξω από το πλαίσιο της εποχής του [19] – από αυτή την άποψη, αν ίσχυε το κριτήριο της καθολικότητας, θα έπρεπε να βρίσκεται ανεπαρκής (κάτι που δεν ισχύει και ευτυχώς) και να λογοκρίνεται για να σταθεί στο σήμερα (κάτι που πάει να γίνει με επανεκδόσεις κλασικών έργων και είναι φοβερά προβληματικό στο βαθμό που κόβει από το λόγο ό,τι υπάρχει έξω από αυτόν, πχ ρατσισμός, και δεν επιτρέπει να ασκείται κριτική ούτε να ελέγχεται η εξέλιξή του [20]), εκτός αν τον διαβάσουμε με τόσες αφαιρέσεις που στο τέλος γίνει αγνώριστος, δηλαδή στρέητ (κάτι που συμβαίνει ήδη). Βλέπουμε, λοιπόν, πώς ο θάνατος του συγγραφέα δεν αφορά τον cis, στρεητ, της μέσης τάξης, αντίθετα, τον εξυπηρετεί, αφού σκοτώνει όσους δεν έχουν αυτές τις ταυτότητες.   

Από την άλλη πλευρά, μία ακόμα ένστασή, μου, σε ό,τι αφορά στον ορισμό της ατομικότητας ως ιδιοφυΐας (με την έννοια του απεγκλωβισμού από τις μεγάλες αφηγήσεις) είναι η υπερβολική εμπιστοσύνη στην ατομική ελευθερία ενώ ο πληθυσμός και ο ψυχισμός ρυθμίζονται αλγοριθμικά στη βάση της τάξης, του φύλου, της φυλής κτλ. τόσο σε επίπεδο λόγου όσο και υλικής πραγματικότητας: άλλα είναι τα διαθέσιμα discourses για τους στρέητ αστούς της πρωτεύουσας, αλλά για τους γκέι εργάτες μιας επαρχίας, άλλες δυνατότητες «ρευστότητας» έχουν όσ@ είναι απαλλαγμέν@ από την αγωνία του βιοπορισμού, άλλες όσ@ ίσα που επιβιώνουν. Φυσικά, και υπάρχουν ρηγματώσεις και αντιστάσεις και αυτές προσφέρονται ήδη μέσα στα συστήματα εξουσίας, αλλά όχι μέσα στην έννοια της ταυτότητας (ή του ύφους) τ@ ποιητ@ η οποία είναι ένας αλγόριθμος και αυτό γίνεται περισσότερο αντιληπτό όταν εξαντλεί τα όριά της με την χρονική παράταση με αποτέλεσμα να γίνεται διαφανής, αυτό που λέμε μανιέρα. Ομοίως, τα κινήματα. Μήπως γι αυτό δεν υπάρχει κουήρ ποίηση, ως κατηγορία, αλλά κουήρ στιγμές, γιατί από τη στιγμή που γίνεται αλγόριθμος, χάνει τη δυνατότητα να ανατρέψει; Μήπως στην ασυνέπεια δεν βρίσκεται ο κίνδυνος; (και εδώ δεν εννοώ να μην παίρνεις θέση στην πραγματικότητα, αφού από μια θέση και με ένα σύνολο βιωμένων εμπειριών τοποθετείσαι απέναντί της, κάτι που αποτυγχάνει να δει ο νέο-φορμαλισμός, αλλά εννοώ αυτό που δε συμμορφώνεται με μια ιδεολογία σε όλο της το μήκος και έτσι χαρτογραφείται και δεν χαρτογραφείται απόλυτα)

Έπειτα, σκέφτομαι την προσπάθεια [21] ως κριτήριο αξιολόγησης της ποιότητας ενός έργου και αν είναι ειρωνικό να την υποστηρίζουμε σε μια καπιταλιστική κοινωνία, όπου το αποτέλεσμα καταχωρεί τ@ ποιητ@ σε επαγγελματία και ερασιτέχνη. Η αποτίμηση της προσπάθειας, ωστόσο, έχει προαποφασιστεί και έχει α) ηλικιακά συμφραζόμενα: οι παλιοί ποιητές είναι σκληραγωγημένοι και προσπαθούν παραπάνω, οι νέοι τα έχουν όλα έτοιμα και είναι βιαστικοί και επιπόλαιοι, κυνηγούν την ευκολία, κάτι που αποτυπώνεται στις κατηγοριοποιήσεις «νέοι» ποιητές και (πραγματικοί) ποιητές (δεν είναι τυχαίο που η ωριμότητα επανέρχεται στο λόγο περί ποιητικής αξίας). Β) έχει ταξικά, έμφυλα, φυλετικά συμφραζόμενα: πώς υπολογίζεται η προσπάθεια άραγε; Μετριέται με το σύνολο των ποιημάτων που γράφτηκαν και αποκλείστηκαν (άρα με το μέγεθος του αρχείου του ποιητή, και το χρόνο που συνολικά του πήρε το στήσιμο αυτού του αρχείου; ); Μετριέται, μήπως, με το σύνολο των διαβασμάτων  και λοιπών πολιτιστικών προϊόντων που κατανάλωσε στο μεταξύ (κάτι που θέτει ζητήματα πρόσβασης) ; Ή μήπως ξεκινάει από τις ώρες και τον εσωτερικό χώρο που κατέλαβε μέσα του το έργο; Ποιοι είναι αυτοί άραγε που έχουν περισσότερο χρόνο, δικό τους χώρο και κάποια περισσότερη οικονομική άνεση για να «προσπαθήσουν»; Ποιων η αισθητική (ηθική και γνώση) άραγε, λοιπόν, αναπαράγεται; Ένα άλλο ερώτημα είναι σε τι θέση τοποθετεί τ@ κριτικ@ σε σχέση με τ@ ποιητ@ η χρήση του κριτηρίου της προσπάθειας, αν όχι σε θέση εργοδότη που βάζει τον ποιητή να μετρά εργατοώρες; Και, ακόμα, τι σημαίνει η επιβράβευση της προσπάθειας αν όχι μία νομιμοποίηση τακτικών/ κριτηρίων που σε άλλες περιπτώσεις ονομάζονται εξω-λογοτεχνικές; Και για να το πω πιο συγκεκριμένα, μήπως το κριτήριο της προσπάθειας αφενός επιτρέπει να δώσουμε το βραβείο σε φίλ@ των οποίων την προσπάθεια γνωρίζουμε και αφετέρου υπόσχεται (και υλοποιεί την υπόσχεση) ότι όλοι οι συγγραφείς που μεγαλώνουν θα βραβευτούν, επειδή προσπάθησαν; Θα μπορούσα να κάνω λόγο για αναγνώριση της προσφοράς εδώ, αν πίστευα ότι συμβαίνει.  

Και για να το πάμε ακόμα πιο ειδικά: ποια είναι η απόδειξη της προσπάθειας αν όχι η επιτήδευση (κριτικές βιβλίων πολύ συχνά περιέχουν τη διευκρίνιση: «είναι απλό χωρίς να γίνεται απλοϊκό» ή «φαίνεται απλό αλλά έχει ολόκληρο αρχιτεκτονικό σχέδιο πίσω») και τι άλλα κριτήρια που απορρίψαμε επαναφέρει αν όχι την πρόθεση και την τεχνική (και πώς ο σνομπισμός απέναντί της που εκδηλώνεται στη διάκριση φαντασίας ή δημιουργικής βιομηχανίας σε σχέση με τον αυτοματισμό της χειρωνακτικής συνδέεται με την ξαφνική επιστροφή της) ; Πώς μπορούμε να διακρίνουμε αν υπήρχε συνειδητό πλάνο πίσω από ένα ποίημα, αν έχει @ ποιητ@ γνώση των κανόνων και της τεχνικής ή αν ήταν μια ευτυχής στιγμή – μήπως με τα σημάδια που αφήνει πίσω τ@ εντυπωσιακά; Μήπως αυτό σημαίνει ότι @ φιλόλογ@, και από αυτ@ ός@ έχουν πάρει την ανώτερη βαθμίδα, είναι @ καλύτερ@ ποιητ@; Τι εξουσία δίνει αυτό στ@ κριτικ@ αν όχι το να περιπολεί για να δει αν θα υπάρξει συνέπεια κρατώντας στάση αναμονής απέναντι στ@ ποιητ@, αναβάλλοντας την απόδοση σε αυτ@ αυτής της ιδιότητας -η οποία είναι ανά πάσα στιγμή υπό ανάκληση- σε ένα αόριστο μέλλον στο οποίο @ ίδι@ επενδύει και συχνά μένει μόν@ όταν γκρεμίζεται; Ή μήπως η αναμονή της συνέπειας και της προοδευτικής εξέλιξης δεν έχει από πίσω αλγοριθμική λογική; Ή η εξάσκηση σε συνδυασμό με την εφαρμογή (και ανατροπή) μαθημένων τεχνικών δεν συνιστά, τουλάχιστον σε επίπεδο φιλοσοφίας, μια φόρμουλα;

Για όσ@ από εμάς η ποίηση δεν έχει πει τα πάντα και βρίσκουμε ότι η νεο-φορμαλιστική αισθητική (και γενικότερα η αισθητική για την αισθητική ή μη αναγνώριση του έμφυλου, ταξικού κτλ περιεχομένου της) υποτιμά την κοινωνική λειτουργία της τέχνης, ενώ ενθαρρύνει μια τουριστική σχέση με την πραγματικότητα των άλλων, προωθώντας μια γλωσσική και κοινωνική ατζέντα με το πρόσχημα του μέσου αναγνώστη (ενώ εννοεί τον επαρκή) [22], η ανάγκη να υπάρξει χώρος για να αντιπροσωπευτούν φωνές και πραγματικότητες που μένουν αόρατες ή οικειοποιούνται και κεφαλαιοποιούνται είναι πάντα ζητούμενο. Η αναζήτηση τρόπων για να γίνει αυτό, το οποίο θίγει την πολιτειότητα στη θέση της αποπολιτικοποιημένης ανθρωπινότητας, είναι ένα ζητούμενο.   

Δεν υποστηρίζω ότι η τεχνητή νοημοσύνη είναι η λύση, αλλά ότι τα επιχειρήματα κατά της στον χώρο της λογοτεχνίας θέλουν εξέταση. Αξίες όπως η αθωότητα (αλλού παιδικότητα) ή φυσικότητα δεν είναι αταξικές, άφυλες κτλ. Ποι@ έχει την πολυτέλεια να είναι αθώ@ και σε βάρος τίνος; Για ποια φυσικότητα μιλάμε όταν υπάρχει επιμέλεια και όταν σύντομα ο λόγος γυρίζει στην τεχνική και το συνειδητό σχέδιο; Ποιο παρελθόν νοσταλγούμε αν όχι αυτό του οποίου υπήρξαμε μέρος και ποιο μέλλον πενθούμε αν όχι αυτό το οποίο δεν θα μας περιλαμβάνει; Τέλος, και ξανά το ίδιο ερώτημα, για ποιον άνθρωπο μιλάμε (αναγνώστ@ ή συγγραφέα), αν όχι γι αυτόν που δεν χρειάστηκε ποτέ να διαπραγματευτεί την δική του ανθρωπινότητα με συνθήκες, νόμους, και το λόγο;

© Poeticanet

________________________________________________________

[1] Nils Kobis, Luca Mossink, “Artificial Intelligence Versus Maya Angelou: Experimental Evidence That People Cannot Differentiate AI- generated from Human-written Poetry”, Computers in Human Behavior, 114, Jan 2021, https://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S0747563220303034 .

[2] Το ChatGPT δεν είναι το μοναδικό γλωσσικό πρόγραμμα, καθώς υπάρχουν και άλλες εφαρμογές για συγγραφείς όπως koala, Notion AI, και άλλες, βλ. Shu Omi, 3 Best AI Writing Apps Compared, https://www.youtube.com/watch?v=nLycRKwNdd0&list=WL&index=20 . Ειδικά για το ChatGPT, έχουν βγει ήδη επόμενες εκδόσεις, βλ. Bernard Marr, “GPT-4 Is Coming – What We Know So Far”, Forbes, 24/2/2023, https://www.forbes.com/sites/bernardmarr/2023/02/24/gpt-4-is-coming--what-we-know-so-far/?sh=744f6a16c2d7 .

[3] Stacy Liberatore, “Would YOU Buy A Book Written by ChatGPT? More Than 200 AI-Generated Novels Are Up For Sale On Amazon – But Human Authors Fear That The Chatbot Will Turn Their Craft Into A Commodity”, Daily Mail, 21/2/2023, https://www.dailymail.co.uk/sciencetech/article-11775455/FOCUS-ChatGPT-launches-boom-AI-written-e-books-Amazon.html .

[4] Μία πολύ ωραία αντίστοιχη συζήτηση για την τέχνη εδώ: The Museum of Modern Art, AI Art: How Artists Are Using and Confronting Machine Learning, How to See Like A Machine, https://www.youtube.com/watch?v=G2XdZIC3AM8&list=WL&index=1 .
[5] Artificial intelligence and algorithms: pros and cons | DW Documentary (AI documentary),https://www.youtube.com/watch?v=s0dMTAQM4cw&list=WL&index=4 . Stanford University School of Engineering, 60 Years of Artificial Intelligence at Stanford, https://www.youtube.com/watch?v=Cn6nmWlu1EA&list=WL&index=7 .
[6] Wolfram, “What is ChatGPT doing...and why does it work?”, https://www.youtube.com/watch?v=flXrLGPY3SU . Steven Wolfram, “ChatGPT + Wolfram: The Future of AI Is Here”, Machine Learning Street Walk, 23/3/2023, https://www.youtube.com/watch?v=z5WZhCBRDpU&list=WL&index=1&t=755s .

 

[7] Ian Sample, “Science Journals Ban Listing of ChatGPT as Co-author on Papers”, The Guardian, 26/1/2023, https://www.theguardian.com/science/2023/jan/26/science-journals-ban-listing-of-chatgpt-as-co-author-on-papers ; Victoria Corless, “Chat GPT  is Making Waves in Scientific Literature”, Advanced Science News, 21/2/2023, https://www.advancedsciencenews.com/where-and-how-should-chatgpt-be-used-in-the-scientific-literature/ .

[8] AI Detector, https://contentatscale.ai/ai-content-detector/ .

[9] Kevin Roose, “How ChatGPT Kicked Off an A.I. Arms Race”, The New York Times, 3/2/2023, https://www.nytimes.com/2023/02/03/technology/chatgpt-openai-artificial-intelligence.html ; Rindi Putra, “AI ChatGPT Non Politically Neutral? These Are The Facts”, Ri-Techno, 2/2023, https://www.ri-techno.com/2023/02/ai-chat-gpt-not-politically-neutral-these-facts-i-get.html .

[10] MIT OpenCourseWare, “Ethics of AI Bias”, https://www.youtube.com/watch?v=NgaW_p7gsRc ; Institute for Ethics In AI Oxford, “Ethics and The Future of AI,” https://www.youtube.com/watch?v=HYuk-qMkY6Q .

[11] Goda Go, “This Will Make You Better Than 99% ChatGPT Users”, https://www.youtube.com/watch?v=EYjG6i53-xk&list=WL&index=1 .

[13] Institute for Ethics in AI Oxford, Ethics in AI Colloquium, Algorethics: Thinking About the Techno-Human Condition, https://www.youtube.com/watch?v=eygMlplOJuY .

[14] Futurelearn, «An Introduction to Chat GPT: Uses and What Makes It A Unique AI Chatbot», https://www.futurelearn.com/info/blog/introduction-to-chatgpt .

[15] Futurelearn, «Designing a Feminist Chatbot», https://www.futurelearn.com/courses/designing-a-feminist-chatbot?utm_campaign=Courses+feed&utm_medium=courses-feed&utm_source=courses-feed . Βλ. ακόμα Feminist Internet, Designing Feminist Chatbots to Tackle Online Abuse, https://feministinternet.medium.com/designing-feminist-chatbots-to-tackle-online-abuse-cadd3e9c66f . Sophie Toupin, Stefane Coutoure (2020), “Feminist Chatbots As Part of the Feminist Toolbox”, Feminist Media Studies, https://www.academia.edu/43569969/Feminist_chatbots_as_part_of_the_feminist_toolbox .

[16] Daniel Soufi, “ChatGPT vs Poetry: Can Artificial Intelligence Write In Verse?”, El Pais, 17/3/2023, https://english.elpais.com/culture/2023-03-17/chatgpt-vs-poetry-can-artificial-intelligence-write-in-verse.html ; Πολύ ενδιαφέρον άρθρο εδώ: Laura Smith, “Will AI Write The Next Great American Novel”, California, 15/3/2023, https://alumni.berkeley.edu/california-magazine/spring-2021/will-ai-write-the-next-great-american-novel/ .

[17] Πολύ μελάνι έχει χυθεί για τις επιπτώσεις της απουσίας προσωπικού χώρου, χρόνου και οικονομικής δυνατότητας στην ποιητική παραγωγή (βλ. το ένα δωμάτιο μόνο δικό σου της Woolf, τη Lorde που μιλούσε για την αναγκαιότητα της ονειροπόλησης στη συγγραφή και τους περιορισμούς της πρώτης στην περίπτωση των γυναικών, ειδικά των μαύρων λεσβιών της εποχής της, την Parker που έγραφε ότι ο επόμενος που θα τη ρωτούσε αν έχει γράψει τελευταία θα της φάει), όσο και για τις επιπτώσεις των έμφυλων διπλών στάνταρντς όχι μόνο στην πρόσληψη ενός έργου αλλά και στη συγγραφή του (πχ αυτολογοκρισία) (βλ. τον άγγελο του σπιτιού της Woolf). Σκέφτομαι, εδώ, επίσης τις επιπτώσεις κάποιας «διαταραχής» (πχ μετατραυματική) ή της νευροδιαφορετικότητας (πχ ΔΕΠ-Υ), στην παραγωγή λόγου αλλά ομοίως και την πρόσληψή του και κατά πόσο η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να αποτελέσει σε κάποιο βαθμό μια υποδομή που δεν προσφέρεται αλλιώς. Ομοίως, για άτομα που «δεν το έχουν με τη γλώσσα», πχ λόγω καταγωγής.

[18] Walt Hunter, “What Poets Know That ChatGPT Doesn’t”, Atlantic, 13/2/2023, https://www.theatlantic.com/books/archive/2023/02/chatgpt-ai-technology-writing-poetry/673035/ .

[19] Άννα Αθανασιάδου, «Η Τεχνητή Νοημοσύνη και ο Θάνατος του Συγγραφέα», Protagon, 2/2/2023, https://www.protagon.gr/apopseis/i-texniti-noimosyni-kai-o-thanatos-tou-syggrafea-44342660619 .

[20] Κώστας Γιαννακόπουλος, «Μια Διάχυτη Ομοφυλοφιλία στη Μεταπολεμική Ελλάδα», Εφημερίδα των Συντακτών, 16/6/2019, https://www.efsyn.gr/ellada/koinonia/199861_mia-diahyti-omofylofilia-sti-metapolemiki-ellada .

[21] Cait Kelly, “Censorship Or Context? Australian Book Industry Wrestles With How To Refresh Outdated Classics”, The Guardian, 25/2/2023, https://www.theguardian.com/books/2023/feb/26/censorship-or-context-australian-book-industry-wrestles-with-how-to-refresh-outdated-classics .

[22] Scott Raines, “Perspective: ChatGPT and the Future of Art”, Deseret News, 11/12/2022,  https://www.deseret.com/2022/12/10/23498728/chatgpt-natural-language-processing-openai-art .

[23] Ira Sadoff, “Neo-formalism: A Dangerous Nostalgia”, The American Poetry Review, Jan/Feb 1990, https://writing.upenn.edu/~afilreis/88/sadoff.html . Εδώ δε λέω ότι από μόνη της η φόρμα είναι νέο-φορμαλιστική, αφού ο μπορείς άνετα να υιοθετήσεις το φαινομενικά πιο εξαντλημένο σχήμα για να δείξεις, μέσω ενός γλωσσικού ντραγκ, την κατασκευαστικότητά/ πλαστότητά του: διαρρηγνύοντας, λόγου χάριν, όπως συχνά συμβαίνει, τη σχέση περιεχομένου και μορφής, για την υπονόμευση της ιδέας του ύψους και του ύφους.

 


Ημ/νία δημοσίευσης: 5 Ιουνίου 2023